Ποιοι ποντάρουν και τι θα αλλάξει στην εθνική οικονομία με την Αποθήκευση Ενέργειας

Αν υπάρχει ένα θετικό της τρέχουσας ενεργειακής κρίσης που διανύουμε, αυτό είναι η ανάπτυξη νέων τεχνολογιών αποθήκευσης ενέργειας. Όλα δείχνουν πως το 2022 θα είναι η χρονιά των υπεράκτιων αιολικών πάρκων και του υδρογόνου. Και γιατί είναι αυτό θετικό; Μα φυσικά επειδή μέσα από αυτές τις τεχνολογίες λύνεται το πρόβλημα των μεγάλων αυξήσεων στις τιμές της ενέργειας. Κατ’ επέκταση, δίνεται νέα πνοή στην ελληνική οικονομία, λόγω των μηδενικών ρύπων. Ένα ακόμη πλεονέκτημα αυτών των τεχνολογιών, είναι ότι σταθεροποιούν την παραγωγή των ΑΠΕ, βάζοντας τέλος στην ευμεταβλητότητά της. Η αστάθεια των τιμών θα αποτελεί παρελθόν, αφού θα εξισορροπηθεί πλήρως η προσφορά και η ζήτηση. Ήδη, λοιπόν, από φέτος οι επενδύσεις στις μονάδες αποθήκευσης ενέργειας εκτιμάται ότι θα αυξηθούν κατά 20 φορές, νούμερο που αγγίζει συνολικά τα 358 GW. Σύμφωνα με σχετική έρευνα του BloombergNEF, μέχρι το 2030 η διαθέσιμη αποθήκευση παγκοσμίως θα φτάσει τα 1.03TWh. Αρκεί και μόνο να αναφέρουμε ότι οι ΗΠΑ και η Κίνα, δύο ενεργειακοί «κολοσσοί», σκοπεύουν μέχρι τότε να χρησιμοποιήσουν πάνω από τις μισές εγκαταστάσεις τους για αποθήκευση ενέργειας.


Η τάση προς την ανάπτυξη τέτοιων τεχνολογιών ενισχύεται έντονα και στη χώρα μας. Δεν είναι λίγοι οι εγχώριοι όμιλοι που έχουν δείξει το ενδιαφέρον τους για επενδύσεις σε τεχνολογίες αποθήκευσης. Άλλωστε, η Ελλάδα προσφέρει το κατάλληλο έδαφος για τέτοιες εγκαταστάσεις. Ήδη το θέμα έχει αποκτήσει κεντρική θέση στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, ενώ την ίδια στιγμή το Ταμείο Ανάκαμψης έχει διασφαλίσει χρηματοδότηση 450 εκατ. ευρώ, συνολικής ισχύος 1.380 MW. Οι ανάγκες του ελληνικού συστήματος για έργα αποθήκευσης, σύμφωνα με τη ΡΑΕ, υπολογίζονται περί τα 1.500-1.750 MW. Η τελική έγκριση για την υλοποίηση αδειοδοτημένων έργων συνολικής ισχύος 10 GW, θα δοθεί από το ΥΠΕΝ (Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας). Την έκδοση του θεσμικού πλαισίου περιμένουν, πέρα από την «Τέρνα Ενεργειακή» για τα έργα αντλησιοταμίευσης στην Αμφιλοχία και στο Αμάρι της Κρήτης, η «ΔΕΗ Ανανεώσιμες» για το έργο της Μεγαλόπολης, η «Intrakat», η «Mytilineos», η «Εγνατία Group» αλλά και ξένες εταιρείες όπως η ιταλική «Enel Green Power» και η γαλλική «ACUO Energy» για παρόμοια έργα.

Ειδικότερα, όσον αφορά την αγορά των υπεράκτιων αιολικών πάρκων, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί -τουλάχιστον- «πολλά υποσχόμενη». Ο Κ. Σκρέκας παρουσίασε θεσμικό πλαίσιο, στο οποίο η εγκατάσταση στις ελληνικές θάλασσες θα φτάσει τα 1,5-2 GW ως το 2030, ενώ το ύψος των κεφαλαίων σε αυτές, αγγίζει τα 6 δισ. ευρώ. Η ΕΔΕΥ (Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων) θα αναλάβει τη χωροθέτηση των θαλάσσιων εγκαταστάσεων αλλά και τη διενέργεια των διαγωνισμών, ενώ ο ΑΔΜΗΕ θα μελετήσει τις λύσεις για τη σύνδεση των πάρκων. Δυνητικά, στη χώρα μας θα μπορούσαν να αναπτυχθούν θαλάσσια αιολικά από τη Βόρεια Εύβοια μέχρι ανοιχτά της Αλεξανδρούπολης, ενώ ιδανικές περιοχές θεωρούνται οι Κυκλάδες, η Κρήτη και τα Δωδεκάνησα. Έτσι εξηγείται και το ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον από ξένους ομίλους.

Το βλέμμα των μεγάλων εταιρειών είναι στραμμένο και στην αγορά του υδρογόνου. Τόσο ελληνικοί όσο και ξένοι όμιλοι στοχεύουν στη χρήση του υδρογόνου σε μεταφορές και βιομηχανίες. Μια από τις μεγαλύτερες σχετικές επενδύσεις είναι το έργο «White Dragon», στην Δυτική Μακεδονία. Στο έργο αυτό συμμετέχουν μεγάλες επιχειρήσεις, όπως η ΔΕΠΑ, ο ΔΕΣΦΑ, τα ΕΛΠΕ, η Motor Oil, η Τέρνα και η Mytilineos. Το «White Dragon» ξεπέρασε τα 3 δισ. ευρώ, ενώ είναι πολύ πιθανό να αγγίξει και τα 4 δισ., αναλόγως και με τον τελικό αριθμό φωτοβολταϊκών πάρκων. Η μονάδα παραγωγής υδρογόνου που θα περιλαμβάνεται στο έργο αυτό θα φτάσει τα 3.875 GW ηλεκτρολυτών κι έτσι θα ενισχυθεί σημαντικά η διαδικασία απολιγνιτοποίησης στη Δυτική Μακεδονία.

Επιπλέον, η «ΜΟΤΟΡ ΟΙΛ» και η «ΔΕΗ» ανακοίνωσαν την συνεργασία τους στον τομέα του πράσινου Υδρογόνου. Η συμμετοχή της ΜΟΤΟΡ ΟΙΛ  στο κοινό μετοχικό σχήμα θα ανέλθει σε 51% και της ΔΕΗ σε 49%. Τα πρώτα projects της συμφωνίας θα είναι δύο έργα, ένα φωτοβολταϊκό 100 MW με ηλεκτρολύτη στην Πτολεμαΐδα και μια παρόμοια επένδυση στην Μεγαλόπολη. Η παραγωγή του πράσινου υδρογόνου θα γίνεται είτε σε μονάδες γειτνιάζουσες με τα δύο φωτοβολταϊκά, είτε στις ίδιες τις εγκαταστάσεις της Motor Oil στους Αγ.Θεοδώρους, εφόσον το σενάριο αυτό κριθεί ότι είναι οικονομικότερο.


Βλέπουμε, λοιπόν, πως η φετινή χρονιά «ανοίγει» το δρόμο για επενδύσεις στην αγορά της αποθήκευσης ενέργειας, τόσο από εταιρείες του εξωτερικού, όσο και από τις εγχώριες. Η ανάπτυξη έργων παραγωγής και αποθήκευσης «πράσινου» υδρογόνου και υπεράκτιων αιολικών πάρκων στη χώρα μας, διευκολύνει την ενεργειακή μετάβαση και διαμορφώνει ένα περιβάλλον καθαρών μηδενικών εκπομπών άνθρακα. Η αποκλιμάκωση των τιμών της ενέργειας και η ανάπτυξη της οικονομίας είναι, επίσης, από τα πολύ βασικά πλεονεκτήματα των νέων τεχνολογιών.


Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *