Ο εμβολιασμός με το διδοσικό εμβόλιο των Pfizer/BioNTech κατά του κορονοϊού παρέχει υψηλή προστασία έναντι της σπάνιας αλλά σοβαρής νόσησης των παιδιών από το Πολυσυστημικό Φλεγμονώδες Σύνδρομο, σύμφωνα με έκθεση που δημοσίευσαν την Παρασκευή τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) των ΗΠΑ.
Το πολυσυστημικό φλεγμονώδες σύνδρομο είναι ένα σπάνιο αλλά σοβαρό κλινικό σύνδρομο που εμφανίζεται στα παιδιά που έχουν νοσήσει από κορονοϊό 2-4 εβδομάδες μετά την οξεία λοίμωξη και προκαλεί φλεγμονή σε όργανα όπως η καρδιά, οι πνεύμονες, τα νεφρά και ο εγκέφαλος δύο έως έξι εβδομάδες μετά από μια ήπια ή ασυμπτωματική λοίμωξη.
Το εμβόλιο των Pfizer/BioNTech εκτιμάται ότι είναι κατά 91% αποτελεσματικό στην πρόληψη του Παιδιατρικού Πολυσυστημικού Φλεγμονώδους Συνδρόμου (MIS-C) σε παιδιά ηλικίας 12 έως 18 ετών, σύμφωνα με τη μελέτη των CDC.
Η εκτίμηση βασίζεται στην αξιολόγηση 283 ασθενών ηλικίας 12-18 ετών που νοσηλεύτηκαν σε 24 νοσοκομεία παίδων σε 20 πολιτείες των ΗΠΑ, μεταξύ του Ιουλίου και των αρχών Δεκεμβρίου, όταν ο επιπολασμός της παραλλαγής Δέλτα ήταν υψηλός.
Συνολικά 38 ασθενείς με MIS-C που χρειάστηκαν μηχανική υποστήριξη ήταν όλοι τους ανεμβολίαστοι, σύμφωνα με την ίδια μελέτη.
Τα αποτελέσματα ενισχύουν τα στοιχεία ότι ο εμβολιασμός κατά της COVID-19 είναι πιθανό να αποτρέψει επιπλοκές που σχετίζονται με ασθένειες στα παιδιά, συμπεριλαμβανομένου του Παιδιατρικού Πολυσυστημικού Φλεγμονώδους Συνδρόμου, αναφέρει η έκθεση. Μέχρι σήμερα δεν ήταν γνωστό εάν το εμβόλιο των Pfizer/BioNTech απέτρεψε το σύνδρομο αυτό.
Τα ευρήματα της έκθεσης των CDC ενέχουν ωστόσο αρκετούς περιορισμούς, καθώς υπάρχουν ερωτήματα όσον αφορά την αποτελεσματικότητα του εμβολίου έναντι της ταχέως μεταδιδόμενης παραλλαγής Όμικρον, αναφέρει η έκθεση που δημοσιεύτηκε στην Εβδομαδιαία Έκθεση Θνησιμότητας και Νοσηρότητας των CDC (MMWR).
Τέλος, προστίθεται ότι τα παιδιά ηλικίας 5-11 ετών διατρέχουν τον υψηλότερο κίνδυνο να εμφανίσουν Πολυσυστημικό Φλεγμονώδες Σύνδρομο, ωστόσο επισημαίνεται ότι ο εμβολιασμός τους με το εμβόλιο των Pfizer-BioNTech επετράπει μόλις στα τέλη Οκτωβρίου στις Ηνωμένες Πολιτείες και ως εκ τούτου δεν έχει συμπεριληφθεί η συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα στην ανάλυση, αναφέρει η έκθεση των CDC.