Τρία άτομα με μειωμένη όραση που υποβλήθηκαν σε μεταμόσχευση βλαστοκυττάρων παρουσίασαν σημαντική βελτίωση, η οποία διήρκησε για περισσότερο από ένα χρόνο, σηματοδοτώντας μια σημαντική πρόοδο στην αποκατάσταση της τύφλωσης. Πρόκειται για τους πρώτους ασθενείς που υποβλήθηκαν σε μεταμόσχευση επαναπρογραμματισμένων βλαστοκυττάρων για τη θεραπεία του κερατοειδούς.
Τα ευρήματα, που δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό «The Lancet», είναι εκπληκτικά, σύμφωνα με τον Καπίλ Μπάρτι, ερευνητή βλαστοκυττάρων στο Εθνικό Οφθαλμολογικό Ινστιτούτο των ΗΠΑ, στο Μέριλαντ.
«Αυτή είναι μια συναρπαστική εξέλιξη» δήλωσε.
«Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι μπορούμε να θεραπεύσουμε περισσότερους ασθενείς», δήλωσε η ερευνήτρια βλαστοκυττάρων Τζιν Λόρινγκ από το Scripps Research, μια μη κερδοσκοπική αμερικανική ιατρική ερευνητική εγκατάσταση στην Καλιφόρνια.
Ο έγχρωμος δακτύλιος γύρω από την ίριδα φιλοξενεί μια δεξαμενή βλαστοκυττάρων που διατηρούν υγιή το εξωτερικό στρώμα του κερατοειδούς. Όταν αυτή η ζωτική πηγή αναζωογόνησης εξαντληθεί -μια διαταραχή γνωστή ως LSCD (Limbal Stem Cell Deficiency) – σχηματίζεται ουλώδης ιστός στον κερατοειδή, που τελικά οδηγεί σε τύφλωση. Η LSCD μπορεί να προκληθεί από οφθαλμική βλάβη καθώς και από αυτοάνοσες και κληρονομικές ασθένειες.
Οι θεραπείες για την LSCD είναι περιορισμένες. Συνήθως απαιτούν μεταμόσχευση κυττάρων κερατοειδούς από βλαστοκύτταρα που εξάγονται από το υγιές μάτι ενός ατόμου. Δυστυχώς όμως, πρόκειται για μια επεμβατική διαδικασία με αμφίβολα αποτελέσματα.
Ο Κότζι Νισίντα, οφθαλμίατρος στο Πανεπιστήμιο της Οσάκα στην Ιαπωνία, και οι συνεργάτες του πραγματοποίησαν μεταμοσχεύσεις κερατοειδούς χρησιμοποιώντας μια εναλλακτική πηγή κυττάρων: τα επαγόμενα πολυδύναμα βλαστοκύτταρα (iPS). Συνέλεξαν κύτταρα αίματος από έναν υγιή δότη, τα επαναπρογραμμάτισαν σε μια εμβρυϊκή κατάσταση και στη συνέχεια τα μεταμόρφωσαν σε ένα λεπτό, διαφανές φύλλο επιθηλιακών κυττάρων του κερατοειδούς.
Θεραπεία με βλαστοκύτταρα
Η ομάδα στρατολόγησε δύο γυναίκες και δύο άνδρες ηλικίας μεταξύ 39 και 72 ετών με LSCD και στα δύο μάτια, μεταξύ Ιουνίου 2019 και Νοεμβρίου 2020. Κατά τη χειρουργική επέμβαση, η ομάδα αφαίρεσε το στρώμα του ουλώδους ιστού που κάλυπτε τον κατεστραμμένο κερατοειδή μόνο στο ένα μάτι, στη συνέχεια έραψε επιθηλιακά φύλλα προερχόμενα από δότη και τοποθέτησε από πάνω έναν μαλακό προστατευτικό φακό επαφής. Δύο χρόνια μετά τη λήψη των μοσχευμάτων, κανένας ασθενής δεν είχε εμφανίσει σοβαρές παρενέργειες.
«Είναι σημαντικό και ανακουφιστικό να βλέπεις ότι τα μοσχεύματα δεν απορρίφθηκαν», είπε ο Μπάρτι. «Ωστόσο, χρειάζονται περισσότερες μεταμοσχεύσεις για να είμαστε σίγουροι για την ασφάλεια της θεραπείας» πρόσθεσε.
Ο ερευνητής δήλωσε πως δεν είναι σαφές τι ακριβώς βελτίωσε την όραση των ασθενών. Είναι πιθανό ότι τα ίδια τα μεταμοσχευμένα κύτταρα αυξήθηκαν στους κερατοειδείς των ασθενών. Ωστόσο, η βελτίωση της όρασης θα μπορούσε επίσης να οφείλεται στην αφαίρεση του ουλώδους ιστού πριν από τη μεταμόσχευση ή στο γεγονός ότι η μεταμόσχευση ενεργοποιεί τα κύτταρα του λήπτη ώστε να μεταναστεύσουν από άλλες περιοχές των ματιών και να αναζωογονήσουν τον κερατοειδή.
Ο Νισίντα και οι συνεργάτες του σχεδιάζουν να ξεκινήσουν κλινικές δοκιμές τον Μάρτιο προκειμένου να αξιολογήσουν την αποτελεσματικότητα της θεραπείας. Αυτή τη στιγμή, βρίσκονται σε εξέλιξη και άλλες κλινικές δοκιμές που βασίζονται σε κύτταρα iPS για τη θεραπεία οφθαλμικών παθήσεων.
«Αυτές οι επιτυχίες υποδηλώνουν ότι οδεύουμε προς τη σωστή κατεύθυνση» κατέληξε ο ερευνητής.