Τον δεύτερο μεγαλύτερο αριθμό πυροσβεστών, αναλογικά με το σύνολο των εργαζόμενων, καταγράφει η Ελλάδα ανάμεσα στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα νεότερα στοιχεία της Eurostat. Το 2024, η δύναμη του Πυροσβεστικού Σώματος αντιστοιχούσε στο 0,41% των απασχολούμενων στη χώρα, ποσοστό υπερδιπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου (0,19%).
Εντυπωσιακή είναι η σύγκριση με χώρες όπως η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία, οι οποίες αντιμετωπίζουν εξίσου επικίνδυνες πυρομετεωρολογικές συνθήκες. Το ποσοστό των επαγγελματιών πυροσβεστών εκεί μετρήθηκε μόλις στο 0,18%, κάτω και από τον μέσο όρο της ΕΕ. Η Πορτογαλία, παρά τις συχνές καταστροφικές πυρκαγιές, καταγράφει 0,25%. Μόνο η Κροατία ξεπέρασε την Ελλάδα, με ποσοστό 0,45%.
Στον αντίποδα, βορειοευρωπαϊκές χώρες με υγρό κλίμα και συχνές βροχοπτώσεις, όπως η Ολλανδία και η Δανία, εμφανίζουν τα υψηλότερα ποσοστά πυροσβεστών: 0,7% και 0,8% αντίστοιχα.
Η Ελλάδα καταλαμβάνει επίσης την τρίτη θέση στην ΕΕ ως προς τις δαπάνες για πυροπροστασία αναλογικά με το ΑΕΠ. Το 2023, η χώρα διέθεσε περίπου το 0,7% του ΑΕΠ της σε αντιπυρικές υπηρεσίες και δράσεις, ακολουθώντας μόνο τη Ρουμανία και την Εσθονία. Αντίθετα, η Πορτογαλία διέθεσε μόλις το 0,3%, ενώ Ισπανία και Ιταλία υπολογίζονται στο 0,4%, και η Γαλλία στο 0,5%.
Η κλιματική αλλαγή δοκιμάζει πλέον τις αντοχές της πολιτικής προστασίας σε όλη την Ευρώπη, ιδιαίτερα στον νότο. Σύμφωνα με τα συγκεντρωτικά στοιχεία του συστήματος Copernicus, από τις αρχές του 2025 έχουν καεί στην ΕΕ 10,23 εκατομμύρια στρέμματα, αριθμός που συνιστά αρνητικό ρεκόρ 20ετίας και είναι υπετριπλάσιος του μέσου όρου της περιόδου 2006–2024. Οι καταστροφικές πυρκαγιές στην Ισπανία και την Πορτογαλία συνέβαλαν καθοριστικά σε αυτή την εικόνα.
Στην Ελλάδα, οι καμένες εκτάσεις υπολογίζονται σε 468.730 στρέμματα, οριακά πάνω από τον μέσο όρο των τελευταίων δύο δεκαετιών (466.446 στρέμματα), γεγονός που επιβεβαιώνει την ανάγκη για διαρκή επαγρύπνηση και ενίσχυση των μηχανισμών πυροπροστασίας.

