Στοχευμένα μέτρα «για όσους έχουν ανάγκη» προανήγγειλε ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Άδωνις Γεωργιάδης μιλώντας στον ΣΚΑΪ και την εκπομπή «Καλημέρα».
Σχολιάζοντας τον πληθωρισμό, ο οποίος εκτοξεύτηκε στο 6,2% τον Ιανουάριο, φτάνοντας στα υψηλότερα επίπεδα από το 1997, εξήγησε ότι και οι ΗΠΑ εμφανίζουν τον υψηλότερο πληθωρισμό από το 1970, το Βέλγιο από το 1951, η Ευρωζώνη από την ίδρυσή της και η Γερμανία από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σημείωσε ότι η διαφορά είναι τόσο μεγάλη, καθώς τους πρώτους επτά μήνες του 2021 είχαμε αποπληθωρισμό.
«Αν το δούμε από μήνα σε μήνα, από το Δεκέμβριο στον Ιανουάριο, είχαμε μείωση 0,3% γιατί έχουμε πάρει μέτρα, ελέγχουμε την αγορά, βάζουμε πρόστιμα. Δεν υπάρχει γενικευμένη εικόνα αισχροκέρδειας», σημείωσε ο κ. Γεωργιάδης και πρόσθεσε ότι «μετράμε, βλέπουμε πού είναι το πρόβλημα και πάμε στοχευμένα σε αυτούς που πράγματι έχουν πρόβλημα να βγάλουν τον μήνα. Τους ανθρώπους που έχουν πραγματικά ανάγκη δεν πρόκειται να τους αφήσουμε χωρίς βοήθεια».
Κατηγόρησε τον ΣΥΡΙΖΑ ότι υποκριτικά ζητά οριζόντια μέτρα μεγάλου δημοσιονομικού κόστους, τα οποία όμως ωφελούν περισσότερο τους έχοντες υψηλότερο εισόδημα και λιγότερο αυτούς που έχουν ανάγκη.
«Η κυβέρνηση προσπαθεί να ισορροπήσει πάνω σε αυτές τις κρίσεις. Θα δώσουμε σε αυτούς που πρέπει να πάρουν ό,τι περισσότερο μπορούμε και από την άλλη θα το κάνουμε με τέτοιο τρόπο που δε θα προκαλέσουμε στις αγορές ανησυχίας και θα ανεβάσουν τα επιτόκια στον Θεό και θα μπούμε πάλι στην ίδια περιπέτεια», επισήμανε.
Ο κ. Γεωργιάδης εξήγησε ότι όταν ανεβαίνει η τιμή της ενέργειας, δεν μπορείς να παγώσεις την τιμή στο ρεύμα χωρίς να χρεοκοπήσουν οι πάροχοι.
Ερωτηθείς σχετικά με το ενδεχόμενο πολέμου στην Ουκρανία, τόνισε ότι η κυβέρνηση προετοιμάζεται για το απευκταίο σενάριο. «Εάν γίνει πόλεμος, οι οικονομικές επιπτώσεις θα είναι τόσο μεγάλες που θα υπάρξει πανευρωπαϊκή απάντηση. Καμία χώρα μόνη της δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις συνέπειες», υπογράμμισε.
Παράλληλα ανέφερε ότι η διαρκής πολιτική μειώσεων φόρων και ασφαλιστικών εισφορών στοχεύει στην αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος. «Αν πληρώνεις λιγότερους φόρους, σου μένουν περισσότερα χρήματα στην τσέπη», κατέληξε.