Με άρθρο του στην εφημερίδα «Τα Νέα» ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, Νίκος Ανδρουλάκης, αναδεικνύει τα κενά που εντοπίζει το ΚΙΝΑΛ στον κλιματικό νόμο που εισήγαγε προς ψήφιση στη Βουλή η κυβέρνηση και παρουσιάζει τον οδικό χάρτη του κινήματος για διορατικές παρεμβάσεις στην κατεύθυνση διάχυσης της παραγωγής ενέργειας από τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) σε όλους τους πολίτες, της ποιότητας των τροφίμων και της βιώσιμης διαχείρισης των φυσικών πόρων.
«Οι πολιτικές μας για το περιβάλλον και το κλίμα πρέπει να είναι διορατικές, ώστε η χώρα να αποκτήσει ανθεκτικότητα σε κρίσεις», επισημαίνει χαρακτηριστικά ο κ. Ανδρουλάκης.
Το άρθρο του προέδρου του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής:
«Το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής τον Μάρτιο του 2021, ήταν το πρώτο ελληνικό κόμμα που παρουσίασε τη νομοθετική του πρόταση για μια εθνική κλιματική νομοθεσία. Έναν ολοκληρωμένο οδικό χάρτη για την πράσινη μετάβαση και την απεξάρτηση της χώρας από τα ορυκτά καύσιμα. Μιλάμε για την κλιματική αλλαγή όχι ευκαιριακά ή επιδιώκοντας επικοινωνιακά οφέλη, ούτε και για την εξυπηρέτηση επιχειρηματικών συμφερόντων, αλλά ως σταυροφορία για την ανθρωπότητα και το περιβάλλον, που συνδέεται με τη διάχυση της παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ σε όλους τους πολίτες, την ποιότητα των τροφίμων και την βιώσιμη διαχείριση των φυσικών μας πόρων. Οι πολιτικές μας για το περιβάλλον και το κλίμα πρέπει να είναι διορατικές ώστε η χώρα να αποκτήσει ανθεκτικότητα σε κρίσεις.
Την προηγούμενη εβδομάδα, η κυβέρνηση της ΝΔ με καθυστέρηση πολλών μηνών παρουσίασε ένα σχέδιο Κλιματικού Νόμου, το οποίο είναι κενό περιεχομένου. Για μία ακόμα φορά αντιμετωπίζει ένα πολύ σημαντικό ζήτημα με επικοινωνιακούς μόνο όρους. Είναι χαρακτηριστικό ότι, το σχέδιο που κατατέθηκε στη Βουλή, δεν είναι καν συμβατό με τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο πλαίσιο του προγράμματος REPowerEU. Ενώ θέτει σαφείς στόχους για την απολιγνιτοποίηση, δεν υπάρχει καμία αναφορά στην ολική απανθρακοποίηση της ελληνικής οικονομίας, επιβεβαιώνοντας ουσιαστικά αυτό που λέμε τόσο καιρό: Η κυβέρνηση της ΝΔ επιτάχυνε την απολιγνιτοποίηση με δραματικές συνέπειες για τις τοπικές κοινωνίες, προωθώντας την μετατροπή του φυσικού αερίου από ένα μεταβατικό καύσιμο, σε μόνιμο, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας και την επίτευξη των κλιματικών στόχων σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο. Μια πραγματικά φιλική προς το περιβάλλον πολιτική θα προέβλεπε την επιτάχυνση της μετάβασης σε ΑΠΕ και της διάχυσης τους στους πολίτες με την ενίσχυση ενεργειακών κοινοτήτων για αγρότες, κτηνοτρόφους και μεταποιητές καθώς και την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών στις στέγες για να ενισχυθεί η ανθεκτικότητα της οικονομίας και της κοινωνίας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ η αύξηση στις τιμές του φυσικού αερίου είναι η βασική αιτία ανόδου των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας και η απεξάρτηση από αυτό είναι το κεντρικό ζητούμενο όλων των ευρωπαϊκών ενεργειακών πολιτικών, δεν υπάρχει σχετική πρόβλεψη στην πρόταση νόμου που παρουσιάστηκε.
Αντίθετα η χώρα μας ήταν το μοναδικό κράτος μέλος στην Ένωση, που αύξησε κατά 25% την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από φυσικό αέριο, εν μέσω κρίσης, με την ελληνική κοινωνία να πληρώνει βαρύ τίμημα.
Η κυβερνητική πρόταση αποτυγχάνει επίσης να διασφαλίσει ένα νέο, ανεξάρτητο επιστημονικά αλλά και ανοιχτό κοινωνικά πλαίσιο κλιματικής συν-διακυβέρνησης. Αυτός είναι και ο λόγος που ως κόμμα καταθέσαμε σχετική τροπολογία στη Βουλή, ζητώντας να ενσωματωθούν οι παρακάτω αλλαγές:
1. Να τεθεί στοχοθεσία σταδιακής απεξάρτησης από όλα τα ορυκτά καύσιμα όπως είναι το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο.
2. Να συσταθεί μια Κλιματική Συνέλευση, που θα ανοίξει τον διάλογο στην κοινωνία, με συμμετοχή ιδίως των νέων ανθρώπων, αξιοποιώντας τις καλές πρακτικές από το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γαλλία.
3. Να συσταθεί ένα πραγματικά Ανεξάρτητο Εθνικό Επιστημονικό Συμβούλιο, με ισχυρές και ουσιαστικές αρμοδιότητες.
Μόνο με αυτούς τους όρους ενδυναμώνονται οι κλιματικές πολιτικές και κατ’ επέκταση, επιτυγχάνονται υψηλά επίπεδα συναίνεσης για τις απαραίτητες, επιστημονικά τεκμηριωμένες και αμοιβαία επωφελείς δράσεις. Οι παρεμβάσεις μας έχουν ακριβώς ως στόχο την διαμόρφωση ενός πλαισίου που θα πείθει και θα ενεργοποιεί τους πολίτες. Διαφορετικά κινδυνεύουμε, ο Κλιματικός Νόμος να μην είναι τίποτα παραπάνω από ένα «πράσινο» πουκάμισο αδειανό.
Η χώρα μας πρέπει να μπει σε τροχιά κλιματικής ουδετερότητας μαζί με τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη μέχρι το 2050, με όρους όμως περιβαλλοντικής δημοκρατίας και κοινωνικής δικαιοσύνης. Θεμελιακό στοιχείο σε αυτή την εθνική προσπάθεια είναι η διασφάλιση της επιστημονικής ανεξαρτησίας αλλά και η συμμετοχή των πολιτών, ειδικά των νεότερων γενεών, στη λήψη και την εφαρμογή των αποφάσεων».