Τις δικλείδες ασφαλείας που δημιουργεί το νομοσχέδιο του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης για τη διασφάλιση επαρκούς κατώτατου μισθού, σύμφωνα με τις επιταγές σχετικής ευρωπαϊκής οδηγίας που ενσωματώνεται τώρα στο εθνικό μας δίκαιο, ανέδειξε, μεταξύ άλλων, σε συνέντευξη που παραχώρησε το Σάββατο 9 Νοεμβρίου στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ η αρμόδια υπουργός Νίκη Κεραμέως.
Αναλυτικά τα όσα ανέφερε η υπουργός:
Για τον νέο τρόπο καθορισμού του κατώτατου μισθού
«Σήμερα που μιλάμε, αυτή τη στιγμή που μιλάμε ο κατώτατος μισθός είναι στα 830 ευρώ. Έχουμε ήδη έναν οδικό χάρτη για να πάμε μέχρι το 2027 στα 950 ευρώ. Από που ξεκινήσαμε; Από τα 650 και πάμε στα 950. Αυτό είναι μία αύξηση της τάξεως του 46%, άρα από τότε που ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας η Νέα Δημοκρατία μέχρι το 2027 που τελειώνει η δεύτερη θητεία της Νέας Δημοκρατίας, θα έχουμε μία αύξηση της τάξεως του 46%. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε είναι σε διαβούλευση ένα νέο νομοσχέδιο του Υπουργείου Εργασίας, το οποίο ενσωματώνει μία Ευρωπαϊκή οδηγία. Έρχεται η Ευρώπη και τι μας λέει; Στις χώρες που έχουν ακριβώς νομοθετικά κατοχυρωμένο κατώτατο μισθό, που είναι η μεγάλη πλειοψηφία, έρχεται και μας λέει, βάλτε πιο αντικειμενικά κριτήρια, πιο σαφή κριτήρια, πιο ενδεχομένως βάλτε και έναν μηχανισμό αυτόματης αναπροσαρμογής. Είναι μέσα στις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Ερχόμαστε λοιπόν εμείς και με το νομοσχέδιο που είναι υπό διαβούλευση αυτή τη στιγμή, προβλέπουμε το πόσο θα αυξάνει ο κατώτατος μισθός μετά το 2027».
Για τον τρόπο υπολογισμού του
«Θα συνδέεται ο κατώτατος μισθός με τις τιμές της αγοράς. Όσο ανεβαίνουν οι τιμές, όσο αυξάνει η ακρίβεια δηλαδή, η οποία ταλανίζει τα νοικοκυριά της χώρας, θα αυξάνει και ο κατώτατος μισθός. Σήμερα ο κατώτατος μισθός έχει αυξηθεί κατά 28%, η σωρευτική αύξηση τιμών είναι στο 16%, άρα είναι πιο χαμηλά. Προσπαθούμε δηλαδή να είμαστε πιο ψηλά από τον πληθωρισμό, πιο ψηλά από την ακρίβεια. Αλλά το σημαντικό είναι ότι εφεξής τα δύο θα δένουν. Ανεβαίνουν οι τιμές; Θα ανεβαίνει ο κατώτατος μισθός. Να μία απάντηση ήδη σε όσους κοινοβουλευτικά κόμματα και άλλοι λένε γιατί δεν πάτε σε ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις; Γιατί θεωρούμε πολύ σημαντικό να δέσει ο κατώτατος μισθός με την πραγματική οικονομία. Ο κατώτατος μισθός είναι μία ασπίδα προστασίας και προβλέπει ότι κανείς στη χώρα μας είτε δουλεύει στον ιδιωτικό τομέα είτε δουλεύει στον δημόσιο τομέα δεν θα μπορεί να έχει κάτω από 830 σήμερα. Του χρόνου θα είναι περισσότερα, θα έχουμε αύξηση στον κατώτατο μισθό σε μερικούς μήνες, ξεκινάει η διαδικασία αρχές του 2025. Και θα έχουμε αύξηση τα επόμενα χρόνια για να φτάσουμε στα 950 το 2027».
Για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις
«Μπορούν κάλλιστα οι εκπρόσωποι των εργαζομένων και των εργοδοτών να αποφασίζουν μόνοι τους παραπάνω. Εάν θεωρούν ότι μπορούν να επιτύχουν τέτοιες αυξήσεις που έχει οριοθετήσει η Κυβέρνηση, γιατί μιλάμε για μία αύξηση που αγγίζει το 50% ας πάνε να συμφωνήσουν κάτι παραπάνω, ελεύθεροι είναι. Δεύτερο πολύ σημαντικό στοιχείο. Γιατί έχει σημασία το να ορίζεται νομοθετικά; Για να υπάρχει η προβλεψιμότητα. Σήμερα, εάν υπάρχει εργασιακή ειρήνη σε μεγάλο βαθμό αυτό απορρέει και από το γεγονός ότι όλοι ξέρουμε πού πάμε. Το ξέρει ο εργαζόμενος ότι θα είναι στα 950 σε μερικά χρόνια και άρα κάνει τον οικογενειακό του προγραμματισμό, το ξέρει η επιχείρηση και κάνει τον επιχειρησιακό της σχεδιασμό. Άρα και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Και ένα τελευταίο στοιχείο. Δεν είναι τυχαίο ότι η μεγάλη πλειοψηφία των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει αυτό το μοντέλο, έχει το νομοθετικά κατοχυρωμένο κατώτατο μισθό. 22 από τις 27 έχουν αυτή τη νομοθετική κατοχύρωση. Γιατί; Για να υπάρχει ασφάλεια, για να υπάρχει προβλεψιμότητα. Αλλά ξαναλέω, μακάρι οι κοινωνικοί εταίροι να έρθουν και να συμφωνήσουν και κάτι παραπάνω. Μακάρι».
Για τη διόρθωση της στρέβλωσης στην Εισφορά Αλληλεγγύης Συνταξιούχων
«Φέρνουμε διάταξη. Προβλέπουμε ότι όποτε δίνεται αύξηση στη σύνταξη θα ανεβαίνει ισόποσα το κατώφλι του κάθε κλιμακίου. Αυτό τι διασφαλίζει; Δύο πράγματα. Το πρώτο που διασφαλίζει είναι ότι δεν θα δει κανείς μείωση εξαιτίας της εισφοράς αλληλεγγύης και το δεύτερο που διασφαλίζει, είναι ότι θα πάρουν όλοι οι συνταξιούχοι στο ακέραιο την αύξηση της σύνταξης.».
Για την ενίσχυση του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας με ιατρικό προσωπικό
«Είχα υποσχεθεί ότι θα κάνουμε ότι περνάει από το χέρι μας για να ενισχύσουμε τις υπηρεσίες του κράτους προς αυτούς τους ευάλωτους συμπολίτες μας. Είχαμε στη χώρα 514 γιατρούς στα Κέντρα Πιστοποίησης Αναπηρίας. Σήμερα που μιλάμε έχουμε 1.254 γιατρούς. Έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας και για αυτό εργαζόμαστε πάρα πολύ σκληρά, προκειμένου ακριβώς να μπορέσουμε να εξυπηρετούμε ταχύτερα, καλύτερα, αποδοτικότερα τους ευάλωτους συμπολίτες μας.».
Για τη λίστα των μη αναστρέψιμων παθήσεων στα Κέντρα Πιστοποίησης Αναπηρίας
«Διευρύναμε αυτή τη λίστα. Βάλαμε μέσα και άλλες παθήσεις που είναι μη ιατρικά αναστρέψιμες και όσοι πάσχουν από αυτές τις παθήσεις, δεν θα χρειάζεται πλέον να πηγαίνουν ξανά και ξανά στα κέντρα πιστοποίησης αναπηρίας, παρά θα παίρνουν την παροχή εφ’ όρου ζωής.».
Για τους εργαζόμενους που δικαιούνται σύνταξη αναπηρίας
«Για πολλά χρόνια στη χώρα μας, για να λάβεις σύνταξη αναπηρίας, προϋπόθεση ήταν να διακόψεις την εργασία σου. Δηλαδή τι σου έλεγε το κράτος; Ή το ένα ή το άλλο. Ή στήριξη από την πολιτεία ή δουλειά. Εμείς λέμε γιατί ή το ένα ή το άλλο; Και τα δύο να τα έχουν οι πολίτες. Άρα διορθώνεται αυτό τώρα. Την Τρίτη ψηφίζεται στην Ολομέλεια αυτή η διάταξη που έχουμε εισηγηθεί, προκειμένου να μην είναι πλέον προϋπόθεση για να λάβεις τη σύνταξη αναπηρίας το να διακόψεις την εργασία σου.».
Για τον επαναπατρισμό των Ελλήνων οι οποίοι έφυγαν στο εξωτερικό αναζητώντας καλύτερες επαγγελματικές ευκαιρίες
«Έχουν γυρίσει περίπου 350 χιλιάδες σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat, αλλά υπάρχει κι εκεί σημαντικό περιθώριο προκειμένου ακριβώς να επαναπατρίσουμε, να φέρουμε πίσω τα παιδιά μας. Και γι΄ αυτόν ακριβώς το λόγο διοργανώνουμε «Ημέρες Καριέρας» στο εξωτερικό. Σε δύο εβδομάδες θα οργανώσουμε «Ημέρες Καριέρας» στην Ολλανδία, το Δεκέμβριο στη Γερμανία στο Ντίσελντορφ της Γερμανίας και την άνοιξη στην Αγγλία. Φέρνουμε σε επαφή ελληνικές επιχειρήσεις οι οποίες μας λένε ότι ψάχνουν εξειδικευμένο προσωπικό, με Έλληνες που ζουν και δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό και ψάχνουν αυτή την καλύτερη ευκαιρία. Οι επιλογές είναι ελεύθερες. Ο καθένας θα κάνει ό,τι κρίνει. Αλλά χρέος δικό μας, κατά τη γνώμη μας, είναι να αναδείξουμε ευκαιρίες.».