Η επικείμενη έλευση των αγροτών στην Αθήνα ήταν το πρώτο θέμα της συνέντευξης του υφυπουργού παρά τω πρωθυπουργώ, Θανάση Κοντογεώργη στο ραδιοφωνικό σταθμό της Θεσσαλονίκης, «City 106,1». Όπως υπογράμμισε, «εμάς μας ενδιαφέρει να διασφαλίσουμε το δικαίωμα των πολιτών αφενός να συνέρχονται, που είναι και συνταγματική υποχρέωση, ταυτόχρονα, όμως, να μην διαταράσσεται σε μεγάλο βαθμό η οικονομική και κοινωνική ζωή της Αθήνας».
Αναφορικά με τα αιτήματα, «είχαμε έναν εκτεταμένο διάλογο με τους αγρότες, υπήρξαν αρκετά σημεία επαφής, τα οποία ικανοποίησαν τον αγροτικό κόσμο, κυρίως στα ζητήματα που έχουν να κάνουν με το κόστος της αγροτικής παραγωγής. Αύριο – και είμαστε σε συνεννόηση με τους αγρότες που θα κατέλθουν στην Αθήνα – να γίνει αυτό (σ.σ. η κινητοποίηση) με ασφάλεια και τάξη, και κατά το δυνατόν να μην επηρεασθεί η καθημερινότητα των πολιτών».
Παραλλήλως, σε επόμενο σημείο της συνέντευξης, ο Θ. Κοντογεώργης δήλωσε ότι «στη συνάντηση με τον πρωθυπουργό κατεγράφησαν σημαντικά βήματα προόδου και ως προς το αγροτικό πετρέλαιο – σήμερα, νομίζω, κατατέθηκαν οι σχετικές διατάξεις. Στο αγροτικό ρεύμα δίδεται προβλεψιμότητα στο σχεδιασμό των αγροτών για τα επόμενα 2+8 χρόνια».
Ωστόσο, συμπλήρωσε, «είπαμε, και ισχύει αυτό, ότι δεν υπάρχουν άλλα δημοσιονομικά περιθώρια εντός του 2024». Όμως, συνέχισε, «θα συζητήσουμε με τους αγρότες και ξεκινάει αυτός ο διάλογος για το μόνιμο μηχανισμό για το αγροτικό πετρέλαιο το 2025. Όλοι οι πάροχοι και προμηθευτές ενέργειας θα προχωρήσουν σε συνεργασία με τους αγρότες, για όσους θέλουν να κάνουν διακανονισμό, ενώ θα προχωρήσουν και οι μειώσεις που έχουμε εξαγγείλει».
Δεύτερο θέμα συζήτησης, το εκπαιδευτικό νομοσχέδιο και οι φοιτητικές καταλήψεις. Η μεταρρύθμιση που έφερε η κυβέρνηση, ήταν «ιστορικά ώριμη», σύμφωνα με τον Θ. Κοντογεώργη και «το κομμάτι της ενίσχυσης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και του δημόσιου πανεπιστημίου, αλλά και η δυνατότητα να ιδρυθούν μη κρατικά μη κερδοσκοπικά ιδρύματα είναι ένα βήμα προς το μέλλον».
Από την άλλη, αναγνώρισε, «υπάρχουν εικόνες που δεν περιποιούν τιμή και όπου υπάρχουν έκνομες πράξεις, οι αρμόδιες αρχές σπεύδουν σε συνεργασία με τις πρυτανικές αρχές. Το ίδιο έγινε και στην κατάληψη της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης».
Σε κάθε περίπτωση, «το μείζον είναι ότι προχωρούμε μια αλλαγή, η οποία σιγά σιγά θα δούμε ότι θα αποδώσει καρπούς. Ταυτόχρονα δίνουμε ιδιαίτερο βάρος στα θέματα χρηματοδότησης του δημόσιου πανεπιστημίου αλλά και στο κομμάτι ενίσχυσης, γενικότερα, της εκπαιδευτικής δραστηριότητας και σύνδεσης με την αγορά εργασίας».
Εξ άλλου, προσέθεσε, «εδώ και περίπου δύο χρόνια η κρατική χρηματοδότηση των δημόσιων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης έχει συνδεθεί με συγκεκριμένες διαδικασίες αξιολόγησης. Το αυτό, όχι ως προς τη χρηματοδότηση, αλλά ως προς τις συνθήκες και προϋποθέσεις λειτουργίας (θα ισχύσει) και για τα μη κρατικά ιδρύματα. Οι προδιαγραφές θα είναι υψηλού επιπέδου». Συγχρόνως, υποσχέθηκε ότι η κυβέρνηση θα κάνει ό,τι μπορεί σε σχέση με την κάλυψη κενών θέσεων μελών ΔΕΠ.
Επέμεινε δε, ότι «για μας βασική στόχευση είναι η ενίσχυση του δημόσιου πανεπιστημίου, το έχουμε αποδείξει με πολλούς τρόπους και ως προς τη χρηματοδότηση και ως προς το κομμάτι που έχει να κάνει με τη σύνδεση (σ.σ. με την αγορά εργασίας). Υπάρχουν αρκετές εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης, που συνδέονται με δράσεις που αφορούν στη σύνδεση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας. Σε αυτό το δρόμο θα συνεχίσουμε». Συμπερασματικώς, «διορθώνεται μια ιστορική ανορθογραφία, η χώρα μας είναι μια εξαίρεση σε όλον τον πλανήτη σε σχέση με τα μη κρατικά πανεπιστήμια».
Τέλος, «εμείς επιδιώκουμε να προσελκύσουμε υψηλού κύρους εκπαιδευτικά ιδρύματα, τα οποία θα έλθουν να επενδύσουν στη χώρα μας, η οποία μπορεί να λειτουργήσει ως περιφερειακό εκπαιδευτικό κέντρο. Θέλουμε να σταματήσει η “αιμορραγία”, να φεύγουν τα παιδιά μας στο εξωτερικό, ενώ αυτό μπορεί να γίνει στη χώρα μας. Ταυτόχρονα επειδή υπάρχει ένα μεγάλο εκπαιδευτικό προσωπικό εκτός συνόρων, Έλληνες που έφυγαν σε διάφορες συγκυρίες […] θέλουμε να δημιουργήσουμε προϋποθέσεις προκειμένου αυτοί οι άνθρωποι να γυρίσουν σε εκπαιδευτικά ιδρύματα στη χώρα».
Η συνέντευξη έκλεισε με το νόμο πλέον, για την ισότητα στον πολιτικό γάμο: «Προχωρήσαμε, ως οφείλαμε, ως μια οργανωμένη πολιτεία και ως μια κυβέρνηση που πρέπει να φροντίζει ακόμη και για τους λίγους. Ήλθαμε να ρυθμίσουμε μια πραγματικότητα, που αφορά τα παιδιά, και να δώσουμε ισότητα στο γάμο ως ένα βήμα θεσμικού και κοινωνικού εκσυγχρονισμού. Όλες οι απόψεις είναι σεβαστές, και αυτές που εκφράζονται εντός Κοινοβουλίου και αυτές που εκφράζονται εκτός, και από την Εκκλησία».
Όμως, «όπως ανέφερε ο πρωθυπουργός, προχωράμε παρακάτω γιατί η βεντάλια των θεμάτων έχει ανοίξει. Αυτά που απασχολούν την καθημερινότητα των πολιτών είναι αρκετά και σοβαρά, και σε αυτά εμείς εγκύπτουμε προκειμένου να δώσουμε λύσεις», διαβεβαίωσε κλείνοντας ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ.