Γ. Γεραπετρίτης: «Η τηλεδιοίκηση στη Λάρισα λειτουργούσε πλήρως -Ο σταθμάρχης επέλεξε χειροκίνητη δρομολόγηση»

Η τηλεδιοίκηση στην Λάρισα παραδόθηκε το 2019 κατεστραμμένη σύμφωνα με επίσημα στοιχεία που προσκόμισε χθες, Τετάρτη ο νέος υπουργός Μεταφορών, Γιώργος Γεραπετρίτης, και επαναλειτούργησε το 2022.


Συγκεκριμένα, ο υπουργός Επικρατείας είπε ότι η τηλεδιοίκηση στη Λάρισα παραδόθηκε στην κυβέρνηση το 2019, κατεστραμμένη, γιατί είχε μεσολαβήσει φωτιά στις αρχές εκείνου του χρόνου. Η τηλεδιοίκηση ανακτήθηκε σε πλήρη λειτουργία στη Λάρισα, την 1.11.2022 και τη νύχτα του ατυχήματος το κέντρο τηλεδιοίκησης «λειτουργούσε απολύτως». Επίσης, είχαν προβλεφθεί οι δύο σταθμάρχες που δυστυχώς, δεν βρίσκονταν στη θέση τους, την κρίσιμη ώρα.

«Θέλω να καταγραφεί ρητά, στα πρακτικά. Το κέντρο τηλεδιοίκησης της Λάρισας λειτουργούσε απολύτως. Όλη εκείνη την ημέρα όλες οι δρομολογήσεις αμαξοστοιχιών έγιναν με αυτόματη χάραξη, μέσω του κέντρου τηλεδιοίκησης. Λειτουργούσε στο ακέραιο. Αυτό το οποίο δυστυχώς συνέβη ήταν ότι ο συγκεκριμένος σταθμάρχης επέλεξε, αντί να κάνει την αυτόματη χάραξη, που προφανώς θα είχε προλάβει το κακό, να κάνει χειροκίνητη δρομολόγηση. Και εκεί συνέβησαν μια σειρά, μια αλληλουχία από τραγικά γεγονότα τα οποία σωρευτικά οδήγησαν στο να έχουμε το δυστύχημα», είπε ο Γιώργος Γεραπετρίτης.

«Εγώ το επισκέφθηκα και έχω μια προσωπική εικόνα. Είναι ένας πύργος ελέγχου, ο οποίος έχει 8,5 χιλιόμετρα διαδρομή. Είναι 5,5 χιλιόμετρα Λάρισα και βόρεια και 3 χιλιόμετρα, περίπου, Λάρισα και νότια. Όταν βρέθηκε, λοιπόν, στη Λάρισα και έδωσε την χάραξη της πορείας χειροκίνητα, στη συνέχεια, για 5,5 χιλιόμετρα, αφαιρουμένου του μικρού διαστήματος που έπεσε σε διαγώνιο, είχε τη δυνατότητα, μπροστά στον πίνακα, να δει την κίνηση της αμαξοστοιχίας», σημείωσε ο υπουργός Επικρατείας αρμόδιος για θέματα Υποδομών και Μεταφορών.

«Δεν έγινε η αυτόματη χάραξη, μολονότι λειτουργούσε ο πίνακας. Ο σταθμάρχης θεώρησε, κατά πάσα βεβαιότητα, ότι τα κλειδιά ήταν στη γραμμή ανόδου, ενώ ήταν στην κάθοδο, τελικώς έκανε διαγώνια κίνηση και βρέθηκε στην αντίθετη τροχιά. Επιπλέον, δεν βρέθηκε ο σταθμάρχης μπροστά στον πίνακα ελέγχου, για να δει την κίνηση της αμαξοστοιχίας. Και δεν έγινε αυτόματη χάραξη και θεωρήθηκε εσφαλμένα ότι τα κλειδιά ήταν στην άνοδο ενώ ήταν στην κάθοδο, και δεν υπήρξε επιβεβαίωση για τη διαδρομή στην οποία βρισκόταν το τρένο, μέσα από τον πίνακα τηλεδιοίκησης που ήταν εκεί και λειτουργούσε», πρόσθεσε.


Επίσης, ο κ. Γεραπετρίτης επισήμανε ότι από τη στιγμή που υπήρχε τηλεδιοίκηση στη Λάρισα, έπρεπε να γίνει αυτόματη χάραξη, μέσω τηλεδιοίκησης, διότι αυτό ήταν υποχρέωση που είχε επιβάλλει ο ίδιος ο ΟΣΕ, με ειδική εγκύκλιο του και αναφορά στον Κανονισμό, στις 23.12.2022. «Δεν έγινε αυτόματη χάραξη. Προφανώς, ήταν μια προσωπική επιλογή», είπε ο υπουργός Επικρατείας.

«Δικλίδες υπήρχαν, δεν ήταν τυφλό το σημείο. Είχαν δύο σταθμάρχες που τελικά δεν υπήρχαν, υποχρέωση αυτόματης χάραξης, χειροκίνητη τοποθέτηση κλειδιών, δεν έγινε επιτόπιος έλεγχος και είχαν υποχρέωση να είναι στον πίνακα τηλεδιοίκησης. Δέκα λεπτά ο πίνακας έδειχνε κίνηση στην αντίθετη πλευρά. Δεν είναι ότι δεν υπήρχε τηλεδιοίκηση», ανέφερε ο κ. Γεραπετρίτης.

«Υπάρχουν ευθύνες διαχρονικές»

«Τέτοιου τύπου ηλεκτρονικά μέσα, μία δηλαδή πλήρης λειτουργία των συστημάτων ηλεκτρονικής αλληλεπίδρασης αμαξοστοιχίας, σταθμού και γραμμής, δεν υπάρχει σε όλες τις χώρες της Ευρώπης. Το αντίθετο. Είναι πολύ λίγες οι χώρες της Ευρώπης, οι οποίες έχουν ένα τέτοιου τύπου πλήρες δίκτυο. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Σιδηροδρόμων, μόνο τρεις χώρες έχουν 100% πλήρως, ένα τέτοιο σύστημα ηλεκτρονικής παρακολούθησης και μάλιστα, σε συστήματα σιδηροδρομικά, τα οποία είναι πολύ πιο αναπτυγμένα σε σχέση με το δικό μας, μάλλον περιορισμένο, δίκτυο. Εντούτοις, η χώρα μας, θα αποκτήσει αυτό το προηγμένο σύστημα, δυστυχώς με καθυστέρηση», είπε ο Γιώργος Γεραπετρίτης.

Όπως εξάλλου σημείωσε, ενώ η αρχική σύμβαση, εκείνη του 2014, προβλεπόταν να ολοκληρωθεί εντός διετίας και να παραδοθεί το 2016, αυτό δεν συνέβη. Όπως είπε, υπήρξαν πολλές παρατάσεις, προέκυψαν ζητήματα σε σχέση με την εφαρμογή της σύμβασης, το 2016, και παραδόθηκε περιορισμένο μέρος των παραδοτέων της σύμβασης αυτής.

Έγγραφο που κατέθεσε ο κ. Γεραπετρίτης – Το σύνολο των πρωτοκόλλων διοικητικής παραλαβής προς χρήση με τις ημερομηνίες

«Το 2016 έληγε η σύμβαση και έπρεπε να παραδοθεί το σύνολο έργου. Παραδόθηκε κάτι; 17 από 52 σταθμούς. Μηδέν κέντρο τηλεδιοίκησης και η λήξη σύμβασης 2016. Όλα αυτά συνιστούν εκπλήρωση σύμβασης. Ναι, υπάρχουν ευθύνες διαχρονικές. Από το ’17 ως το ’19 δεν έγινε τίποτα για συμπληρωματική σύμβαση. Από το 2017 μέχρι το 2019 δεν έγινε απολύτως τίποτα. Θα καταθέσω στα πρακτικά τα στοιχεία», είπε ο κ. Γεραπετρίτης και συμπλήρωσε: «Άκουσα τον κ. Φάμελλο να επιχειρηματολογεί πως πληρώθηκαν χωρίς να έχει παραδοθεί το φυσικό αντικείμενο: η εκταμίευση μπορεί να γίνει με την υλοποίηση έργου, χωρίς τη λειτουργική παραλαβή. Και το δεύτερο και βασικότερο, μετράτε και το έργο που ήταν άχρηστο και έπρεπε να γίνει από την αρχή; Το 15%. Σας καταθέτω τον αρνητικό λογαριασμό 1,3 εκατ. του ’21, το έργου που υποτίθεται υλοποιήθηκε το ’15-’16 και χρειάστηκε να ξαναγίνει από την αρχή».

«Το ‘παραδίδω ένα έργο’, σημαίνει ένα και μόνο πράγμα. Ότι το παραδίδω στον φορέα, λειτουργικό, μετά από δοκιμή, προς χρήση. Αυτό σημαίνει παραδίδω», είπε ο κ. Γεραπετρίτης και πρόσθεσε πως δεν υφίσταται ο ισχυρισμός ότι παραδόθηκε, από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, το έργο σε ποσοστό 70%. «Αυτό το οποίο είχε παραδοθεί το 2016, ήταν λιγότερο από το 33% του συνολικού έργου, λειτουργικά παραδοθέν, το 2016. Αυτό είχε παραδοθεί. Επιπλέον, δε, γι’ αυτό το 33%, υπήρξαν σοβαρότατα ζητήματα. Υπήρχε δημοσιονομικός έλεγχος. Από το 2016 έως το 2019 δεν υπήρξε τίποτε άλλο», είπε ο υπουργός Επικρατείας και πρόσθεσε ότι από αυτό το 33%, το 15% χρειάστηκε να γίνει από την αρχή, γιατί δεν ήταν συμβατό με τα υφιστάμενα συστήματα του ΟΣΕ. «Προϊόντος του χρόνου προέκυψε δημοσιονομικός έλεγχος, προέκυψε πόρισμα αργότερα, της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, προέκυψε ένα ζήτημα νέας αρχιτεκτονικής που όφειλε να πιστοποιηθεί από το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος. Στην πραγματικότητα, καθυστέρησε να υπάρξει η αναγκαία συμπληρωματική σύμβαση, η οποία θα κάλυπτε τα υφιστάμενα κενά. Από το Σεπτέμβριο του 2017, λοιπόν, δεν υπάρχει καμία απολύτως πράξη μέχρι το 2019. Για δύο χρόνια, δηλαδή, δεν υπήρξε καμία εξέλιξη στο ζήτημα αυτό», είπε ο υπουργός Επικρατείας.

Για την περίοδο μετά το 2019, ο Γεραπετρίτης ανέφερε: «Αναλαμβάνοντας η νέα διοίκηση της ΕΡΓΟΣΕ, οφείλει να ανασχηματίσει την αρχιτεκτονική, να πάει στο Ελεγκτικό Συνέδριο, να κάνει την πραγματογνωμοσύνη του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, με αποτέλεσμα, το 2021, να υπογραφεί συμπληρωματική σύμβαση. Από το 2021 έως σήμερα, έχει εκτελεστεί ένα πρόσθετο έργο 52%, με πρωτόκολλα παραλαβής, με αποτέλεσμα σήμερα να έχει παραδοθεί τυπικά το 70% του έργου. Επαναλαμβάνω, λειτουργικά 18% έως το 2016, μηδέν έως το 2019 και έκτοτε ένα επιπλέον 52%».

Τέλος, όπως ενημέρωσε ο κ. Γεραπετρίτης, την επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής, «οι συμβάσεις αυτές προχωρούν, η ανάδοχος εταιρεία η Alstom, με πολύ γοργούς ρυθμούς έχει αναλάβει το έργο ώστε από Οκτώβριο όλο το δίκτυο του κεντρικού άξονα Αθήνας – Θεσσαλονίκης να έχει τηλεδιοίκηση, να έχει σηματοδότηση, να έχει τα αναγκαία συστήματά του ETCS, ένα ευρύτερο πλαίσιο που χαρακτηρίζεται ως ERTMS, δηλαδή το Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Ασφάλειας Σιδηροδρόμων».

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *