Επιστολή στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ στέλνει η Ελλάδα, με την οποία αποδομεί πλήρως τις μονομερείς και ανυπόστατες αιτιάσεις της Τουρκίας για τα νησιά του Αιγαίου.
Όπως αποκαλύπτει το tovima.gr, στην επιστολή αναφέρεται ότι οι νέοι τουρκικοί ισχυρισμοί περί «κυριαρχίας υπό όρους» – όπου ως όρος για την παραχώρησή τους ήταν, πάντα κατά την Άγκυρα, η αποστρατιωτικοποίησή τους – την οποία ασκεί η Ελλάδα στα νησιά του Αιγαίου όπως και στα Δωδεκάνησα, αποτελούν «νέα εξέλιξη» και «υπονομεύουν σοβαρά την περιφερειακή ειρήνη και σταθερότητα».
Η ελληνική κυβέρνηση τονίζει στην επιστολή της προς τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες ότι οι τουρκικοί ισχυρισμοί ότι «η ελληνική κυριαρχία στα νησιά [του Ανατολικού Αιγαίου] είναι εξαρτημένη από την αποστρατιωτικοποίησή τους» με βάση τις Συνθήκες της Λωζάνης (1923) και των Παρισίων (1947) είναι «νομικά, ιστορικά και πραγματολογικά αστήρικτοι». Σημειώνεται, ότι η Άγκυρα επιμένει ότι καθώς τίθεται υπό αμφισβήτηση η κυριαρχία, αμφισβητούνται και τα δικαιώματα που απορρέουν από την άσκησή της – στην προκειμένη περίπτωση τα δικαιώματα των νησιών σε θαλάσσιες ζώνες.
Η Αθήνα μάλιστα, επικαλείται δύο νομικές υποθέσεις τις οποίες έχει κρίνει το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (ΔΔΧ) για να ξεκαθαρίσει ότι τα σύνορα και η εδαφική κυριαρχία που έχουν διαμορφωθεί από διεθνείς συνθήκες δεν μπορούν να αμφισβητηθούν.
«Επομένως», ξεκαθαρίζει η Αθήνα, «κάθε προσπάθεια να αμφισβητηθεί η κυριαρχία της Ελλάδος σε αυτά τα νησιά επί της αθεμελίωτης προϋπόθεσης ότι η Ελλάδα φέρεται να παραβιάζει την υποχρέωσή της να τα αποστρατιωτικοποιήσει με βάσει τις προαναφερθείσες συνθήκες (σσ. Λωζάνης και Παρισίων) αντιβαίνει στη θεμελιώδη αρχή του διεθνούς δικαίου αναφορικά με τη σταθερότητα των συνόρων και των τίτλων κυριαρχίας, όπως επιβεβαιώνονται από τη διεθνή νομολογία». Σε συνέχεια αυτής της θέσης, η Αθήνα υπογραμμίζει ότι όλα τα νησιά διαθέτουν πλήρη δικαιώματα σε όλες τις θαλάσσιες ζώνες χωρίς την παραμικρή νομική αμφισβήτηση.
Η ελληνική πλευρά απορρίπτει φυσικά και όλη την τουρκική επιχειρηματολογία περί επιλεκτικής αποστρατιωτικοποίησης που επέβαλε η Συνθήκη του Μοντρέ του 1936, σύμφωνα με την οποία η Άγκυρα θεωρεί ότι η Λήμνος και η Σαμοθράκη θα έπρεπε να παραμένουν αποστρατικοποιημένες, όπως και την μετέπειτα προσπάθεια της τουρκικής πλευράς να δείξει ότι η δήλωση του τότε υπουργού Εξωτερικών Αράς ενώπιον της τουρκικής Εθνοσυνέλευσης (31 Ιουλίου 1936) ότι η Ελλάδα δεν έχει υποχρέωση να διατηρήσει αποστρατικοποιημένες τις Λήμνο και Σαμοθράκη δεν έχει νομική ισχύ.
Σε άλλο σημείο της επιστολής αναφέρεται ότι: «Το γεγονός ότι η Τουρκία καλεί άλλα Κράτη-Μέρη στις συγκεκριμένες συνθήκες να καλέσουν την Ελλάδα να συμμορφωθεί με τις προβλέψεις τους επιβεβαιώνει την επίμονη πρακτική της Τουρκίας να εγείρει ζητήματα που δεν έχουν νομική βάση, μία πρακτική που προσθέτει στην αστάθεια που η χώρα αυτή προκαλεί με τις πράξεις της».
Η Αθήνα υπενθυμίζει επίσης τη συνεχή αναβάθμιση και ενίσχυση των στρατιωτικών δυνάμεων της Τουρκίας, την απειλή πολέμου, αλλά και το ζήτημα των πρόσφατων υπερπτήσεων, τονίζοντας μάλιστα και τη σχετική πρόβλεψη του Άρθρου 13 της Συνθήκης της Λωζάνης ότι αυτές πρέπει να αποφεύγονται.
Καλεί την Άγκυρα να παύσει αυτές τις κινήσεις που συμβάλλουν στην περιφερειακή αστάθεια και να προσέλθει με ειλικρίνεια σε μία ειρηνική επίλυση «της εκκρεμούς διαφοράς» για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) με βάση την καλή γειτονία και το διεθνές δίκαιο.
.