Με περαστικά στην Μαριέττα Γιαννάκου για την περιπέτεια υγείας που περνά, ξεκίνησε την ομιλία του ο Αλέξης Τσίπρας.
Ο Αλέξης Τσίπρα εξαπέλυσε εξαρχής σφοδρή επίθεση στον κ. Μητσοτάκη και έφτασε στο σημείο να του πει ότι πρέπει να ζητήσει συγγνώμη για τους νεκρούς στο Μάτι.
«Το Μάτι ήταν και παραμένει ένα συλλογικό τραύμα και απαιτεί σεβασμό και όχι μικροκομματικά παιχνίδια που κάνετε για να αποκρύψετε τις δικές σας ευθύνες. Πού είναι άραγε εκείνος ο σύμβουλός σας ο κ. Συνολάκης που έλεγε να εκκενώσουμε την Μαραθώνος σε 25 λεπτά;
Το περίφημο 112 πού ήταν να στείλει οδηγίες για το πώς θα επιβιώσουν επί ώρες στην παγωνιά και στο κρύο; Πού ήταν το Κράτος; Ακόμη και όταν επενέβη ο Στρατός έλαβαν εντολή να αφήσουν ό,τι κάνουν και να μαζευτούν στην έξοδο 10 της Αττικής Οδού που ήταν μαζεμένα τα τηλεοπτικά συνεργεία για να πάρουν πλάνα. Όλα για την επικοινωνία! Ντροπή πιά!
Αλλά ζητήσατε συγγνώμη αν και εμείς καταλάβαμε ότι φταίνε όλοι οι άλλοι: Το χιόνι που σας αιφνιδίασε γιατί έπεσε μεσημέρι ενώ συνήθως πέφτει νύχτα, οι παραχωρησιούχοι, οι μετεωρολόγοι.
Και μας λέτε ότι δεν κρατούσατε πρακτικά σε κρίσιμη σύσκεψη. Τελικά ο μόνος που κρατάει πρακτικά ς’ αυτή την κυβέρνηση είναι ο κ. Φουρθιώτης. Αλλά ξέχασα, ζητήσατε συγγνώμη, μόνο που όπως λέει ο λαός μας, όταν ανακαλύφθηκε η συγγνώμη, χάθηκε το φιλότιμο.
Αλλά δεν θα καθαρίσετε με μία συγγνώμη.
Δεν θα καθαρίσετε έτσι εύκολα. Φοβάμαι ότι δεν αρκεί μια συγγνώμη για να καθαρίσετε. Χρωστάτε χιλιάδες συγγνώμες. 23 χιλιάδες σε κάθε οικογένεια που έχασε τους ανθρώπους τους μέσα στην πανδημία άδικα. Εσείς αποφασίσατε να μην ενισχύσετε το ΕΣΥ. Την ίδια στιγμή που οι άνθρωποι σας σας έλεγαν να το ενισχύσετε και αν το κάνατε οι μισοί θα είχαν σωθεί. Εσείς χωρίς ντροπή λέγατε ότι δεν έχετε τέτοια μελέτη.
Χρωστάτε συγγνώμη σε κάθε γιατρό και νοσηλευτή που ξενυχτά στην αγωνιώδη μάχη να σώσει ζωές. Εσείς με την απέχθειά σας για κάθε δημόσιο και κοινωνικό τους στερείτε όπλα. Χρωστάτε συγγνώμη σε κάθε οικογένεια που φοβάται το αύριο και βλέπει το μισθό να τελειώνει στα μέσα του μήνα γιατί εσείς διευκολύνατε να μπει κεφαλικός φόρος. Χρωστάτε συγγνώμη σε όλες τις Ελληνίδες και Έλληνες γιατί εσείς παίξατε με τον πατριωτισμό τους. Εκμεταλλευτήκατε την αγάπη τους για την Ελλάδα και την Μακεδονία για να κερδίσετε μερικές ψήφους. Και έρχεστε και λέγατε ότι εμείς πουλάμε την Μακεδονία για συντάξεις
Χρωστάτε συγγνώμη 103 στις οικογένειες όσων χάθηκαν στο Μάτι. Εσείς προσωπικά κάνατε τις χαμένες ζωές εκλογικό σας σκαλί. Ενώ ξέρατε πως γιατί και σε πόσο ελάχιστο χρόνο συντελέστηκε αυτή η τραγωδία».
Επίσης είπε: «Τρεις μέρες συζήτησης απέδειξαν πόσο δικαιολογημένα είναι τα κύματα οργής και αγανάκτησης που διατρέχουν την ελληνική κοινωνία. Αποτύχατε με τεράστιο κόστος κοινωνικό, οικονομικό, ανθρώπινο.
Συμπεριφέρεστε σα να έχετε πιστέψει κι εσείς οι ίδιοι τη προπαγάνδα που κατασκευάζετε και την καταναλώνετε μόνο εσείς.
Το καταλαβαίνει κανείς με τη πρώτη ματιά, αφού κανένας σταθμός δε μπορεί πια να κάνει ρεπορτάζ χωρίς να κλείνει τα μικρόφωνα απ’ τους περαστικούς. Είστε κλεισμένος στη προστατευτική γυάλα των αυλοκολάκων της συμφοράς και των δημοσκόπων της χαράς. Όταν ένας πολιτικός, πόσο μάλλον ένας πρωθυπουργός γίνεται ανέκδοτο, αντικείμενο λοιδορίας και σαρκασμού, τότε ο πολιτικός αυτός έχει ήδη τελειώσει και απλά δεν το γνωρίζει ακόμη.
Ώρα να σας ενημερώσει κάποιος που θέλει το καλό σας για το τι πραγματικά συμβαίνει στην ελληνική κοινωνία. Κύριε Μητσοτάκη έχετε τελειώσει πολιτικά, το χειρότερο όμως είναι ότι ζείτε στο δικό σας παράλληλο σύμπαν όπου όλα πηγαίνουν καλά, γιατί εμφανίζονται καλά από την κυρίαρχη ενημέρωση.
Τελειώσατε. Όχι μόνο γιατί αποτύχατε με τεράστιο ανθρώπινο, οικονομικό, και κοινωνικό κόστος σχεδόν σε όλα τα κρίσιμα που διαχειριστήκατε. Στην πανδημία, στις φωτιές, στην ακρίβεια, στον τελευταίο χιονιά, που φέρει την υπογραφή της οριστικής σας χρεοκοπίας. Αλλά κυρίως γιατί την ώρα που αποτυγχάνετε παταγωδώς σε όλα, εσείς συνεχίζετε μια άθλια επικοινωνία, συνεχίζετε με τρόπο προκλητικό να πιστεύετε ότι δεν είστε πρωθυπουργός που λογοδοτεί, αλλά πρίγκιπας που η εξουσία του ανήκει ως κληρονομικό δικαίωμα».