«Η ψήφος υπέρ της κυβέρνησης είναι μία ψήφος για περισσότερη Ευρώπη και περισσότερες μεταρρυθμίσεις. Η καταψήφιση της Νέας Δημοκρατίας οδηγεί σε λιγότερη Ευρώπη και λιγότερες μεταρρυθμίσεις». Αυτό το δίλημμα έθεσε ο υπουργός Επικρατείας, Άκης Σκέρτσος, η συνέντευξη του οποίου στον ραδιοφωνικό σταθμό του ΣΚΑΪ ξεκίνησε με δύο παραδοχές: Πρώτον, ότι όντως η διασύνδεση ευρωεκλογών και αυτοδιοικητικών εκλογών εξασφάλιζε μεγαλύτερη συμμετοχή, δεύτερον, ότι είναι η πέμπτη, κατά σειρά, εκλογική διαδικασία μέσα σε έναν χρόνο. Κατά συνέπεια, συμπέρανε, «είναι εύλογο να υπάρχει εκλογική και πολιτική κόπωση».
Στη συνέχεια επικαλέστηκε δημοσκοπικά ευρήματα, βάσει των οποίων «οι Έλληνες αισθάνονται όλο και περισσότερο Ευρωπαίοι και αυτό είναι κάτι που πρέπει να κρατήσουμε ως προς τη σημασία της συγκεκριμένης κάλπης, αλλά και ως προς τα γενικότερα πολιτικά και κοινωνικά αιτήματα που καλείται να ικανοποιήσει η κυβέρνηση αλλά και το πολιτικό σύστημα».
Από την περυσινή εκλογική διαδικασία, εξάλλου, «από την εντολή που λάβαμε, θυμάμαι το πάνδημο αίτημα να γίνουμε περισσότερο Ευρώπη, να συγκλίνουμε περισσότερο με τον σκληρό ευρωπαϊκό πυρήνα, σε θεσμικές διαδικασίες και λειτουργίες, στη νοοτροπία μας, στον τρόπο που εφαρμόζονται οι νόμοι, που λειτουργούν οι θεσμοί, το κράτος, η οικονομία, η κοινωνία», ανέφερε ο κ. Σκέρτσος.
«Αυτό προσπαθούμε να κάνουμε μέσα από βαθιές τομές και μεταρρυθμίσεις, οι οποίες απαιτούν και ρήξεις, απαιτούν τολμηρές αποφάσεις, σκληρή, επίμονη, κοπιαστική συχνά υλοποίηση απέναντι σε ένα κράτος που πολλές φορές αντιδρά και δεν θέλει να αλλάξει. Αυτό είναι το διακύβευμα και αυτών των εκλογών, πώς θα συνεχίσουμε αυτήν την πορεία στο πώς θα έλθουμε πιο κοντά στην Ευρώπη. Με πολιτικές δυνάμεις και πρόσωπα, τα οποία θα μας φέρουν πιο κοντά στην Ευρώπη», πρόσθεσε.
Στη σύγκριση με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους με κριτήριο το κατά κεφαλήν εισόδημα, ο υπουργός Επικρατείας σημείωσε ότι η απόσταση μειώνεται επί των ημερών αυτής της κυβέρνησης. Όμως, σε αυτό το σημείο έκανε μία ιστορική αναδρομή και μίλησε για «άλλες χώρες που ξεκίνησαν από την ίδια αφετηρία με εμάς, αναπτύχθηκαν πολύ ταχύτερα και έχουν καταφέρει να πιάσουν πολύ υψηλότερα επίπεδα εισοδήματος και ευημερίας για τους πολίτες τους».
Όπως συμπλήρωσε, αυτό το γεγονός θα πρέπει να μας κάνει να αναρωτηθούμε «τι δεν κάναμε καλά αυτά τα πενήντα χρόνια (σ.σ. από την είσοδο της χώρας μας στην ΕΟΚ) αλλά και να θεραπεύσουμε το βαθύ τραύμα που άφησε η δεκαετής ύφεση και κρίση, που κόντεψε να μας βγάλει από την Ευρώπη. Έχουμε, συνεπώς, δύο τραύματα: Το τραύμα της διαχρονικής απόκλισης από τον τρόπο με τον οποίο αναπτύσσεται η ευρωπαϊκή οικονομία και, ταυτόχρονα, το ιδιαίτερο ελληνικό τραύμα της κρίσης της προηγούμενης δεκαετίας».
Πάντως, «τα στοιχεία δείχνουν ότι κάτι κάνουμε καλά, ότι η Ελλάδα το 2023 αναπτύχθηκε με πενταπλάσιο ρυθμό ανάπτυξης από την υπόλοιπη ευρωπαϊκή οικονομία. Οι εκτιμήσεις για την τρέχουσα χρονιά αλλά και τις επόμενες χρονιές είναι ότι θα συνεχίσει να αναπτύσσεται με ταχύτερο ρυθμό από την ευρωπαϊκή οικονομία», τόνισε για να επισημάνει: «Αυτό πρέπει να συνεχίσει να συμβαίνει για πολλά χρόνια ακόμη για να μπορέσουμε να συγκλίνουμε με τα ευρωπαϊκά εισοδήματα».
Σε επόμενο σημείο της συνέντευξης ετέθη το κεντρικό επίδικο των εκλογών. Σύμφωνα με τον κ. Σκέρτσο, «η ψήφος δεν αφορά την κυβερνητική σταθερότητα. Το μήνυμα για τη σταθερότητα αφορά την εντολή για τολμηρές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που κάνουν καλύτερη τη ζωή των πολιτών. Η ψήφος στην επικείμενη κάλπη υπέρ της κυβέρνησης και υπέρ του προγράμματος που εμείς υποστηρίζουμε και εφαρμόζουμε, είναι μία ψήφος για περισσότερη Ευρώπη και περισσότερες μεταρρυθμίσεις. Η καταψήφιση της Νέας Δημοκρατίας οδηγεί σε λιγότερη Ευρώπη και λιγότερες μεταρρυθμίσεις».
Αντιθέτως, «τα προγράμματα που ακούμε από την αντιπολίτευση, έχουν ακριβώς αυτό το στοιχείο: Ενθαρρύνουν την ιδιαιτερότητα της Ελλάδας, την απομακρύνουν από το στόχο της σύγκλισης. Βλέπουμε και ακούμε κόμματα τα οποία καταστατικά διάκεινται ενάντια στο ευρωπαϊκό εγχείρημα και διεκδικούν μία ψήφο διαμαρτυρίας. Όταν το κοινωνικό αίτημα της χώρας είναι να συγκλίνουμε με την Ευρώπη, το να ψηφίσουμε κόμματα τα οποία βλέπουν με σκεπτικισμό την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, θεωρώ ότι έχει ένα στοιχείο αντίφασης».
«Διεκδικούμε να λάβουμε μία επιβεβαίωση σε σχέση με αυτήν την εντολή που έχουμε πάρει, να φέρουμε την Ελλάδα πιο κοντά στην Ευρώπη, με περισσότερες μεταρρυθμίσεις, τολμηρές μεταρρυθμίσεις. Έχουν ήδη γίνει πολλές σε διάφορα πεδία, και στη δικαιοσύνη, και στο εκπαιδευτικό σύστημα, στο πεδίο των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Είναι ένας χρόνος πολύ πλούσιος και πολύ παραγωγικός, τα αποτελέσματα των μεταρρυθμίσεων θα τα δούμε μέσα στην τρέχουσα θητεία», υπογράμμισε ο υπουργός Επικρατείας.
Για το θέμα της επιστολικής ψήφου, ο κ. Σκέρτσος ανέφερε πως στην κυβέρνηση «είμαστε ευχαριστημένοι γιατί πετύχαμε ένα ακόμη βήμα σύγκλισης με την ευρωπαϊκή θεσμική πραγματικότητα και κανονικότητα». Ως προς τη συμμετοχή των Ελλήνων του εξωτερικού υπενθύμισε ότι πέρυσι είχαν ψηφίσει 17.500 άτομα και φέτος έχουν δηλώσει συμμετοχή κοντά στις 50.000. Συμμετοχή που επηρεάστηκε, όπως εκτίμησε, από τη χαλαρή ψήφο. Επίσης ότι οι εκλογές αφορούν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, και άρα δεν ενδιαφέρει κάποιον που ζει στην Αμερική ή την Αυστραλία.
Οι 202.000 Έλληνες ανά τον κόσμο και την Ελλάδα, που θα ψηφίσουν με επιστολική ψήφο, είναι «ικανοποιητική συμμετοχή», δήλωσε, επίσης, και έκανε γνωστό ότι ο ίδιος ψήφισε το περασμένο Σαββατοκύριακο σε μία «πάρα πολύ εύκολη διαδικασία» που διαρκεί ένα έως δύο λεπτά. «Βλέπουμε ότι όταν το ελληνικό κράτος χτίζει καινούριες διαδικασίες, μπορεί να κάνει την έκπληξη και μπορεί να προσφέρει υπηρεσίες ποιότητας στους πολίτες», σημείωσε.
Μάλιστα, έκανε γνωστό ότι μετά τις ευρωεκλογές, το υπουργείο Εσωτερικών θα αναλάβει πρωτοβουλία μεταφοράς της σχετικής διαδικασίας και στις εθνικές εκλογές, διατυπώνοντας την ελπίδα «να υποστηριχθεί και από τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Είδαμε την αντίφαση να καταψηφίζουν αυτήν την πολύ σημαντική μεταρρύθμιση, αλλά τώρα να κάνουν προεκλογικό αγώνα ενθαρρύνοντας τους ψηφοφόρους τους που ζουν στο εξωτερικό να ψηφίσουν μέσω της επιστολικής. Ας ελπίσουμε ότι αυτή η υποκρισία θα καταγραφεί. Ελπίζουμε στο μέλλον να φανούν πιο υπεύθυνοι».