Η κυβέρνηση Τραμπ προχώρησε την πώληση περισσότερων από 20.000 αμερικανικής κατασκευής αυτόματων τουφεκιών στο Ισραήλ τον περασμένο μήνα, σύμφωνα με ένα έγγραφο που περιήλθε στην κατοχή του πρακτορείου ειδήσεων Reuters και μία πηγή με γνώση του θέματος, προωθώντας μια πώληση που η κυβέρνηση του πρώην προέδρου Τζο Μπάιντεν καθυστερούσε, λόγω των ανησυχιών ότι θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από εξτρεμιστές Ισραηλινούς εποίκους.
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ έστειλε μια γνωστοποίηση στο Κογκρέσο την 6η Μαρτίου σχετικά με την πώληση ύψους 24 εκατομμυρίων δολαρίων των αυτόματων τουφεκιών Colt Carbine, επισημαίνοντας πως ο τελικός χρήστης θα ήταν η ισραηλινή αστυνομία, σύμφωνα με το έγγραφο.
Η πώληση των τουφεκιών είναι μια μικρή συναλλαγή σε σύγκριση με τα αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων όπλα τα οποία προμηθεύει η Ουάσινγκτον στο Ισραήλ. Όμως, τράβηξε την προσοχή, όταν η κυβέρνηση Μπάιντεν καθυστέρησε την αγορά επικαλούμενη ανησυχίες ότι τα όπλα θα μπορούσαν να καταλήξουν στα χέρια Ισραηλινών εποίκων, ορισμένοι εκ των οποίων έχουν επιτεθεί σε Παλαιστίνιους στην κατεχόμενη από το Ισραήλ Δυτική Όχθη.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν επέβαλε κυρώσεις σε βάρος προσώπων και οντοτήτων με την κατηγορία ότι διέπραξαν βιαιοπραγίες στη Δυτική Όχθη, όπου καταγράφεται μια αύξηση στις επιθέσεις εποίκων εναντίον Παλαιστινίων.
Την πρώτη ημέρα του στον Λευκό Οίκο, την 20η Ιανουαρίου, ο Ντόναλντ Τραμπ εξέδωσε ένα εκτελεστικό διάταγμα με το οποίο ανακαλούσε τις κυρώσεις σε βάρος εποίκων σε μια ανατροπή της αμερικανικής πολιτικής. Από τότε, η κυβέρνησή του ενέκρινε την πώληση όπλων αξίας εκατομμυρίων δολαρίων προς το Ισραήλ.
Η ενημέρωση προς το Κογκρέσο της 6ης Μαρτίου αναφέρει πως η αμερικανική κυβέρνηση έλαβε υπόψη της παραμέτρους «πολιτικές, στρατιωτικές, οικονομικές, περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελέγχου των όπλων».
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ δεν απάντησε όταν ερωτήθηκε εάν η αμερικανική κυβέρνηση ζήτησε διαβεβαιώσεις από το Ισραήλ σχετικά με τη χρήση των όπλων.