Η διεθνής τάξη πραγμάτων, όπως διαμορφώθηκε μετά το 1945, φαίνεται να καταρρέει με ταχύ ρυθμό. Η πρόσφατη στάση των Ηνωμένων Πολιτειών στα Ηνωμένα Έθνη, όπου βρέθηκαν στο ίδιο στρατόπεδο με τη Ρωσία και τη Βόρεια Κορέα απέναντι στην Ουκρανία και την Ευρώπη, αποτελεί ένα ακόμα σημάδι αυτής της ραγδαίας αλλαγής.
Ο πιθανός επόμενος Καγκελάριος της Γερμανίας, Φρίντριχ Μερτς, εκφράζει ανοιχτά τις ανησυχίες του για την πιθανή κατάρρευση του ΝΑΤΟ έως τον Ιούνιο, καθώς η διεθνής ισορροπία φαίνεται να μετατοπίζεται από το πλαίσιο του διεθνούς δικαίου προς μια εποχή όπου επικρατεί το δίκαιο του ισχυρού.
Σύμφωνα με τον Economist, η προσέγγιση του Ντόναλντ Τραμπ, που βασίζεται σε διμερείς συναλλαγές και συμφωνίες εξυπηρέτησης συμφερόντων, αναμένεται να εντείνει την παγκόσμια αστάθεια, καθιστώντας τις ΗΠΑ όχι ισχυρότερες, αλλά πιο απομονωμένες και ευάλωτες.
Η στρατηγική Τραμπ
Αν και πολλοί δεν ενδιαφέρονται για τη διεθνή τάξη, αυτή εξακολουθεί να τους επηρεάζει. Στην περίπτωση της Ουκρανίας, αφού αρχικά απαίτησαν 500 δισ. δολάρια, Αμερικανοί αξιωματούχοι συμβιβάστηκαν με μια ασαφή συμφωνία για ένα κοινό ταμείο ανάπτυξης ουκρανικών ορυκτών. Παραμένει ασαφές εάν οι ΗΠΑ θα παράσχουν εγγυήσεις ασφαλείας σε αντάλλαγμα.
Όπως τονίζει ο Economist, η κυβέρνηση Τραμπ διακατέχεται από ένα μείγμα ιδεών και ισχυρών προσωπικοτήτων, όμως οι άνθρωποί της συμφωνούν σε ένα βασικό ζήτημα: ότι το μεταπολεμικό σύστημα είχε μετατρέψει τις ΗΠΑ σε «θύμα» άδικων εμπορικών συμφωνιών και πολέμων άλλων.
Ο Τραμπ πιστεύει ότι μπορεί να προωθήσει τα αμερικανικά συμφέροντα μέσω διαρκών συναλλαγών, στις οποίες όλα είναι διαπραγματεύσιμα: εδάφη, τεχνολογία, φυσικοί πόροι και πολλά άλλα. «Όλη μου η ζωή είναι συμφωνίες» δήλωσε στις 24 Φεβρουαρίου μετά τη συνάντησή του με τον Εμανουέλ Μακρόν.
Έμπιστοι του Τραμπ, όπως ο επιχειρηματίας Στιβ Γουίτκοφ, ταξιδεύουν σε πρωτεύουσες αναζητώντας συμφωνίες, συνδέοντας ζητήματα όπως η αναγνώριση του Ισραήλ από τη Σαουδική Αραβία με την αποκατάσταση των σχέσεων της Δύσης με τη Ρωσία.
Η νέα ιεραρχία των ισχυρών
Σύμφωνα με τον Economist, το νέο σύστημα διαμορφώνει μια καινούργια παγκόσμια ιεραρχία. Στην κορυφή βρίσκονται οι ΗΠΑ.
Ακολουθούν κράτη με φυσικούς πόρους, στρατηγική επιρροή και ηγέτες που δεν περιορίζονται από δημοκρατικούς θεσμούς.
Την ίδια ώρα, ο Βλαντίμιρ Πούτιν επιδιώκει την αποκατάσταση της Ρωσίας ως αυτοκρατορικής δύναμης, ο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν θέλει να εκσυγχρονίσει τη Μέση Ανατολή και να αποτρέψει την απειλή του Ιράν, ενώ ο Σι Τζινπίνγκ επιδιώκει έναν κόσμο κομμένο και ραμμένο στα μέτρα μιας πανίσχυρης Κίνας.
Οι σύμμαχοι της Αμερικής, αντί να θεωρούνται εταίροι, αντιμετωπίζονται ως αδύναμοι κρίκοι που μπορούν να εκμεταλλευτούν.
Όπως επισημαίνεται στο άρθρο, η έννοια της εδαφικής ακεραιότητας βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση, ανατρέποντας τους κανόνες της μεταπολεμικής τάξης.
Τα σύνορα της Ουκρανίας μπορεί να καθοριστούν με μια χειραψία μεταξύ Τραμπ και Πούτιν, ενώ τα σύνορα Ισραήλ, Λιβάνου και Συρίας έχουν ήδη θολώσει μετά από 17 μήνες πολέμου.
Ορισμένες εξωτερικές δυνάμεις αδιαφορούν για αυτό, όμως ο Τραμπ φαίνεται να εξετάζει το ενδεχόμενο ελέγχου της Γάζας, όπως είχε ενδιαφερθεί και για τη Γροιλανδία.
Σε ενδεχόμενες σινο-αμερικανικές διαπραγματεύσεις, ο Σι Τζινπίνγκ θα μπορούσε να διεκδικήσει εδάφη, προσφέροντας οικονομικές παραχωρήσεις έναντι ανταλλαγμάτων για την Ταϊβάν, τη Νότια Σινική Θάλασσα ή τα Ιμαλάια.
Η οικονομία ως πολιτικό όπλο
Οι διαπραγματεύσεις δεν αφορούν μόνο τους δασμούς, αλλά αγγίζουν έναν νέο συνδυασμό κρατικής ισχύος και επιχειρηματικών συμφερόντων.
Η ιδέα ότι το εμπόριο πρέπει να διέπεται από ουδέτερους κανόνες υποχωρεί. Στις διμερείς συνομιλίες των ΗΠΑ με Ρωσία, Σαουδική Αραβία, Ταϊβάν και Ουκρανία περιλαμβάνονται θέματα όπως η παραγωγή πετρελαίου, τα κατασκευαστικά συμβόλαια, οι κυρώσεις, τα εργοστάσια της Intel και η χρήση του συστήματος δορυφορικού διαδικτύου Starlink του Έλον Μασκ.
Οι νέοι διαπραγματευτές υποστηρίζουν ότι η προσέγγισή τους θα ωφελήσει τον κόσμο, ενώ ο Τραμπ ισχυρίζεται ότι είναι προς το συμφέρον της Αμερικής.
Η απειλή μιας απορυθμισμένης τάξης
«Όταν τα σύνορα γίνονται διαπραγματεύσιμα, οι πόλεμοι δεν αργούν. Ακόμη και κολοσσοί, όπως η Ινδία, μπορεί να αισθανθούν ανασφάλεια. Ο Τραμπ βλέπει την ισχύ ως κάτι προσωπικό, παρά ως θεσμική ιδιότητα των ΗΠΑ, καθιστώντας δύσκολο να πείσει τους ηγέτες ότι οι συμφωνίες του θα διαρκέσουν» γράφει ο Economist.
Παράλληλα υπογραμμίζει ότι: Ο κόσμος θα υποφέρει. Αυτό που δεν φαίνεται να καταλαβαίνει ο Τραμπ είναι ότι και η ίδια η Αμερική θα πληγεί.
Ο παγκόσμιος ρόλος του έχει επιβάλει ένα στρατιωτικό βάρος και ένα άνοιγμα στο εμπόριο που έχει πλήξει ορισμένες αμερικανικές βιομηχανίες.
Ωστόσο, τα οφέλη ήταν σαφώς μεγαλύτερα. Το εμπόριο ενισχύει την οικονομία, ενώ το γεγονός ότι είναι η καρδιά του χρηματοπιστωτικού συστήματος του δολαρίου εξοικονομεί στην Αμερική πάνω από 100 δισ. δολάρια ετησίως σε τόκους και επιτρέπει μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα.
Ο Τραμπ πιστεύει ότι η Αμερική μπορεί να εγκαταλείψει μερικώς ή πλήρως την Ευρώπη και ίσως και τους Ασιάτες συμμάχους της. Λέει ότι έχει έναν «όμορφο ωκεανό ως διαχωρισμό». Ωστόσο, οι πόλεμοι περιλαμβάνουν πλέον το διάστημα και τον κυβερνοχώρο, οπότε η φυσική απόσταση προσφέρει ακόμη λιγότερη προστασία από ό,τι το 1941, όταν η επίθεση της Ιαπωνίας στο Περλ Χάρμπορ έβαλε τέλος στον απομονωτισμό της Αμερικής.
Οι πόλεμοι πλέον διεξάγονται στο διάστημα και στον κυβερνοχώρο, καθιστώντας άνευ σημασίας τη φυσική απόσταση. Οι ΗΠΑ χρειάζονται τους συμμάχους τους. Αν ο Τραμπ επιμείνει σε αυτή την προσέγγιση, η διεθνής τάξη θα βυθιστεί σε μια νέα, χαοτική εποχή.