H αυξητική τάση στις τιμές των οικιστικών ακινήτων συνεχίστηκε το 2023 με επιταχυνόμενο ρυθμό και σύμφωνα με στοιχεία της ΤτΕ οι τιμές των διαμερισμάτων (σε ονομαστικούς όρους) αυξήθηκαν κατά 13,4% σε ετήσια βάση, έναντι αύξησης κατά 11,9% το 2022.
Το σημείο που έχει όμως ιδιαίτερο ενδιαφέρον και καθορίζει τις τάσεις είναι ότι η σταθερή αύξηση των τιμών που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια δεν τις έχει ακόμη οδηγήσει, σύμφωνα με συγκλίνουσες εκτιμήσεις, σε επίπεδα “πλαφόν”. Γεγονός που όπως επισημαίνεται σε διαδοχικές μελέτες οι οποίες βλέπουν το φως της δημοσιότητας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι σε συνδυασμό με τους αναπτυξιακούς ρυθμούς της ελληνικής οικονομίες και τις αντοχές στις νέες προκλήσεις η αυξητική τάση των τιμών θα συνεχιστεί.
Στην αύξηση στις τιμές των ακινήτων καθοριστική συμβολή έχει η ζήτηση για ακίνητα υψηλών προδιαγραφών τόσο από ξένους όσο και από Έλληνες, καθώς και το γεγονός ότι οι τιμές των ακινήτων στην Ελλάδα είναι ακόμη σημαντικά χαμηλότερες σε σχέση με άλλες ευρωπαίκές χώρες.
Ειδικότερα, αναφορικά με την εξέλιξη των τιμών των ακινήτων στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις της ΤτΕ, οι συνθήκες αυξημένου πληθωρισμού και κόστους κατασκευής, αλλά και υψηλών επιτοκίων, επηρεάζουν αρνητικά το περιθώριο επενδυτικού κέρδους, γεγονός που ενδέχεται σταδιακά να επηρεάσει και τις τιμές της εγχώριας αγοράς, η οποία τα τελευταία έτη τροφοδοτείται σημαντικά από τις ξένες επενδύσεις. Βραχυπρόθεσμα ωστόσο, οι τιμές εκτιμάται ότι θα συνεχίσουν την ανοδική τους τάση όσο η ζήτηση από το εξωτερικό διατηρείται ισχυρή, εκτιμά η ΤτΕ.
Οι τιμές των κατοικιών απέχουν ακόμη από το ιστορικό υψηλό που είχε καταγραφεί πριν τη δημοσιονομική κρίση
Η ΤτΕ επισημαίνει στην τελευταία έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας ότι οι τιμές των κατοικιών στην Ελλάδα απέχουν ακόμη από το ιστορικό υψηλό που είχε καταγραφεί πριν τη δημοσιονομική κρίση.
Με βάση τον δείκτη τιμών διαμερισμάτων που καταρτίζει η Τράπεζα της Ελλάδος για το σύνολο της χώρας, η υψηλότερη τιμή του δείκτη παρατηρήθηκε το έτος 2008 (101,7) και στη συνέχεια ακολούθησε σταθερά καθοδική πορεία, μέχρι το 2017 (59). Έκτοτε, ο δείκτης τιμών διαμερισμάτων καταγράφει σταθερά ανοδική πορεία, ανερχόμενος σε 92,0 το 2023, κατά 9,7% χαμηλότερα από την υψηλότερη τιμή που έχει λάβει. Αντίστοιχη είναι και η εξέλιξη του επιπέδου των ενοικίων, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται σε 99,6 με βάση τα στοιχεία του δ΄ τριμήνου 2023, έναντι 94,9 το δ΄ τρίμηνο του 2022.
Ο δείκτης ενοικίων, σε αντίθεση με το δείκτη τιμών κατοικιών, παραμένει σημαντικά χαμηλότερα από την υψηλότερη τιμή που έχει λάβει ιστορικά (124,3 το γ΄ τρίμηνο του 2011).
Ισχυρό «δέλεαρ» για τους ξένους αγοραστές, οι μελλοντικές υπεραξίες των εξοχικών κατοικιών στην Ελλάδα
Σε «μαγνήτη» για τους ξένους επενδυτές ακινήτων, εξελίσσεται εφέτος η αγορά εξοχικής κατοικίας στην Ελλάδα. Η προτίμηση σε ακίνητα υψηλότερων προδιαγραφών μεταφράζεται και σε υψηλότερες τιμές πώλησης, με τους ενδιαφερόμενους να επιλέγουν κατοικίες πολυτελείας και υψηλότερου κόστους, από 350.000 έως και 550.000 ευρώ.
Ειδικότερα, σύμφωνα με νέα ανάλυση της εταιρείας πώλησης εξοχικών κατοικιών Elxis-At Home In Greece, αυτό συμβαίνει για μια σειρά από λόγους, πέραν ασφαλώς της απήχησης που έχει το ελληνικό τοπίο και οι ομορφιές της χώρας προς την αγορά του εξωτερικού. «Ένας βασικός λόγος είναι ότι οι τιμές πώλησης, ακόμα και στο υψηλό επίπεδο των 550.000 ευρώ, παραμένουν ιδιαίτερα ανταγωνιστικές έναντι άλλων χωρών της νότιας Μεσογείου. Ακίνητα με ιδιωτική πισίνα, ανέσεις και παροχές, κοντά ή με θέα στην θάλασσα, κοστίζουν πάνω από 40% ακριβότερα, σε χώρες, όπως η Ιταλία και η Ισπανία», ανέφερε σε δηλώσεις του ο κ. Γιώργος Γαβριηλίδης, διευθύνων σύμβουλος της Elxis.
Σύμφωνα με την εταιρεία, ένας ακόμα λόγος για την στροφή σε ακριβότερα ακίνητα, είναι ασφαλώς το γεγονός ότι η μεγάλη πλειονότητα των πελατών της, αγοράζουν «από τα σχέδια». Οι αγορές αυτές εξασφαλίζουν χαμηλότερο τίμημα στον αγοραστή, έως και 15%-20%, κάτι που με τη σειρά του, προσφέρει την προοπτική υψηλότερης απόδοσης, αλλά και μεγαλύτερης υπεραξίας, σε περίπτωση που θελήσει κάποιος να προχωρήσει σε μεταπώληση του ακινήτου αργότερα. Ήδη μάλιστα, κάποιοι αγοραστές έχουν σπεύσει να πωλήσουν τα εξοχικά τους, ακόμα κι ένα χρόνο μετά την αγορά τους, λόγω της μεγάλης υπεραξίας που παρατηρήθηκε. Μια τέτοια κίνηση έγινε φέτος τον Μάιο, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η εταιρεία. Οι Ολλανδοί ιδιοκτήτες μιας βίλας σε ένα από τα συγκροτήματα κατοικιών που έχει προωθήσει η Elxis, επέλεξαν να πωλήσουν το ακίνητό τους αντί 325.000 ευρώ, αποκομίζοντας υπεραξία 47%, συγκριτικά με το 2021, όταν αποκτήθηκε το συγκεκριμένο σπίτι. Η μόνη διαφορά ήταν ότι το ακίνητο πωλήθηκε επιπλωμένο, ενώ είχε αγοραστεί κενό επίπλων. Στην περιοχή του νότιου Ρεθύμνου, μια νεόδμητη βίλα 80 τ.μ. με τρία υπνοδωμάτια, δύο μπάνια και πισίνα, κοστίζει σήμερα 327.000 ευρώ. Ένα ακίνητο με παρόμοια χαρακτηριστικά στην ίδια περιοχή, πωλούνταν πέρσι αντί 280.000 ευρώ και το 2022 αντί 265.000 ευρώ. Η αύξηση αγγίζει το 23,3% έναντι του 2022 και το 16,7% από πέρσι, επιτρέποντας στους ιδιοκτήτες να αποκομίσουν σημαντικά κέρδη, σε ενδεχόμενη μεταπώληση, ήδη από τον πρώτο χρόνο της επένδυσής τους. Κατά κύριο λόγο, όσοι τοποθετούνται σήμερα σε εξοχικές κατοικίες, είναι επιχειρηματίες ηλικίας από 50 έως 65 ετών, που έχουν ως προτεραιότητα την ίδια χρήση. Επίσης, μια σημαντική αγοραστική ομάδα, αφορά νεότερους αγοραστές, ηλικίας από 35 έως 45 ετών, με υψηλά εισοδήματα, που προσβλέπουν όχι μόνο στην ίδια χρήση, αλλά επίσης την εκμετάλλευση για κάποιο χρονικό διάστημα και αργότερα και την μεταπώληση με αφορολόγητη υπεραξία.
Με βάση τα στοιχεία της Elxis, οι τιμές πώλησης των εξοχικών κατοικιών στην Ελλάδα, αναμένεται να αυξάνονται με μέσο ετήσιο ρυθμό 8% – 10% τα επόμενα χρόνια, επίδοση που ασφαλώς λειτουργεί ως πόλος έλξης για τους ξένους επενδυτές. «Πολλοί πελάτες μας θεωρούν ότι αυτή η περίοδος είναι ίσως η τελευταία ευκαιρία που θα έχουν, για να αποκτήσουν ένα μοναδικό εξοχικό στην Ελλάδα, σε ιδιαίτερα ανταγωνιστική τιμή, που θα τους επιτρέψει όχι μόνο να εξασφαλίσουν μια καλή καθαρή ετήσια απόδοση (τουλάχιστον 4%) από την εκμετάλλευσή του, αλλά και σημαντικά κέρδη από μια μελλοντική μεταπώλησή του σε μερικά χρόνια από σήμερα», καταλήγει ο κ. Γαβριηλίδης.
Χαρακτηριστικό της μεγάλης ζήτησης για πολυτελή ακίνητα σύγχρονων προδιαγραφών είναι η εξάντληση όλων των ακινήτων που βγήκαν προς πώληση στο Ελληνικό τους πρώτους μήνες της έναρξης των έργων της αστικής ανάπλασης(διαμερίσματα ουρανοξύστη, βίλες και κατοικίες), όπως ανέφερε ο διευθύνων σύμβουλος της Lamda Development Οδυσσέας Αθανασίου μιλώντας την εβδομάδα που μας πέρασε στο βρετανικό κανάλι SKY News. Οι πωλήσεις έχουν αποφέρει ήδη 700 εκατ.ευρώ και όπως ανέφερε ο κ.Αθανασίου βγήκαν στην αγορά 500 περίπου επιπλέον ακίνητα μεσαίας κλίμακας με τις προπωλήσεις να πηγαίνουν, όπως είπε, εκπληκτικά καλά.
Νέοι σταθμοί στον επενδυτικό χάρτη της Αθήνας
Νέοι «σταθμοί» στον επενδυτικό χάρτη της Αθήνας στον τομέα των ακινήτων προκύπτουν από στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η πλατφόρμα αξιοποίησης ακινήτων Protio, παρουσιάζοντας τις τάσεις στα ακίνητα εισοδήματος για το πρώτο τρίμηνο του 2024.
Μετά από την συλλογή και μελέτη δεδομένων σε ακίνητα εισοδήματος, στην περιοχή της Αττικής, από τον Ιανουάριο ως και το Μάρτιο, όπως αναφέρει η Protio προκύπτουν οι περιοχές με το μεγαλύτερο επενδυτικό ενδιαφέρον βάσει απόδοσης ακινήτου.
Συγκεκριμένα, στην κορυφή της λίστας των περιοχών με την υψηλότερη απόδοση ακινήτων εισοδήματος βρίσκεται η Πλατεία Αμερικής με 6.9% και ακολουθεί η περιοχή του Πολυτεχνείου με 6.6%. Για το πρώτο τρίμηνο του 2024 ο Κορυδαλλός και η ανερχόμενη γειτονιά της Πλατείας Αττικής παραμένουν στη λίστα με τις υψηλότερες αποδόσεις, με απόδοση 6.3%.
Παράλληλα, για αυτό το χρονικό διάστημα που εξετάζεται το Αιγάλεω και η Πλατεία Βικτωρίαςπαραμένουν πρωταγωνιστές, με αποδόσεις 6.1% και 6% αντίστοιχα, αποτέλεσμα που οφείλεται στην συνεχή επέκταση των ορίων του κέντρου της Αθήνας. Οι συγκεκριμένοι δείκτες καθιστούν τις παραπάνω περιοχές εξαιρετικές επενδυτικές επιλογές.
Στην ίδια θέση βρίσκεται και το Περιστέρι, μια από τις μεγαλύτερες πληθυσμιακά περιοχές της Αττικής, με απόδοση 6%, και παραμένει μία από τις πιο ελκυστικές επενδύσεις για ακίνητα εισοδήματος με σταθερή ζήτηση.
Στις περιοχές του κέντρου της Αττικής νέα προσθήκη αποτελεί και η περιοχή του Ζωγράφου, με απόδοση 5.8% λόγω σημαντικής αύξησης των τιμών ενοικίων στην περιοχή, ενώ σε αντίστοιχα επίπεδα κυμαίνεται και η απόδοση του Περισσού με 5.7%, μία περιοχή η οποία αναμένεται να αναπτυχθεί περαιτέρω με την άφιξη του νέου μετρό.
Εκτός από τις περιοχές που πρωτοστατούν και βρίσκονται στο κέντρο της Αθήνας και τις γύρω περιοχές, στη λίστα πλέον προστίθεται μια νέα περιοχή των Βορείων Προαστίων της Αττικής.
Η Εκάλη εμφανίζεται δυναμικά πρώτη φορά με απόδοση 5.8% λόγω αισθητής αύξησης των τιμών ενοικίων στην περιοχή. Η νέα προσθήκη επισημαίνει την δυναμική των επενδύσεων σε ακίνητα εισοδήματος και στα βόρεια προάστια της Αττικής. Μέσα από την ανάλυση της Protio παρατηρείται και για το πρώτο τρίμηνο του 2024 ενδιαφέρουσα μεταβολή στις επενδυτικές τάσεις, όπου ανερχόμενες περιοχές διατηρούν σταθερά υψηλή κατάταξη και ταυτόχρονα νέες περιοχές προσελκύουν το ενδιαφέρον των επενδυτών.
Την αύξηση της ζήτησης από το εξωτερικό αναγνωρίζει και η έρευνα της Cerved Property Services που παρουσιάστηκε στο 17ο Red Meeting Point από τον Δημήτρη Ανδρίτσο, διευθύνοντα σύμβουλο της CPS. Η έρευνα δείχνει επίσης την θέση των εγχώριων αγοραστών. Ειδικότερα σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έρευνας, τα μέσα Ελληνικά εισοδήματα σήμερα δεν ανταποκρίνονται στις αυξημένες τιμές των κατοικιών. Αντιθέτως για τους μη-εγχώριους αγοραστές εξακολουθούν να είναι ελκυστικές. Όπως αναφέρει η έρευνα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Δείκτη ανθεκτικότητας τιμών (Sustainability Index) της CPS το επίπεδο τιμών του 2021 είναι το ανώτερο όριο για τα Ελληνικά νοικοκυριά. Με βάση την αξία ενός ακινήτου, το επίπεδο τιμών του 2021 για μια μέση κατοικία( περίπου 60τ.μ.και ηλικίας 20-30 ετών) με σκοπό την ιδιοκατοίκηση, απαιτούνται εισοδήματα περίπου 8,5 ετών για την αγορά του, σε εναρμόνιση με τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους. Στην έρευνα εκτιμάται μεταξύ άλλων ότι η διατήρηση χαμηλών όγκων συναλλαγών και η τρέχουσα μείξη ξένων και εγχώριων επενδυτών στην αγορά δημιουργεί συνθήκες ανοδικής πίεσης των τιμών ακινήτων.