Έφεση κατά της απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών με την οποία επιδικάστηκε αποζημίωση ύψους 300.000 ευρώ σε πέντε συγγενείς θύματος στο Μάτι άσκησε το Ελληνικό δημόσιο.
Το Δημόσιο στην έφεσή του επικαλείται το γεγονός ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν έκανε δεκτό το αίτημα του περί έκδοσης προδικαστικής απόφασης με σκοπό τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης καθώς υποστηρίζει ότι προέκυψαν ζητήματα για τα οποία απαιτούνται ειδικές επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις. Μερικά από αυτά τα ζητήματα τα οποία κατά πληροφορίες επικαλείται το δημόσιο είναι η «αιφνίδια μεταβολή του καιρού», η «σπανιότητα και ιδιαιτερότητα της τόσο ραγδαίας αύξησης της έντασης των ανέμων σε τοπικό επίπεδο», η «αντικειμενική αδυναμία πτήσης των εναέριων μέσων κατά τις απογευματινές ώρες του ένδικου δυστυχήματος λόγω καιρικών συνθηκών», η «αντικειμενική αδυναμία κατάσβεσης του πύρινου μετώπου από τις εναέριες και επίγειες δυνάμεις λόγω της έντασης και του μεγέθους (πλάτους, ύψους) της πυρκαγιάς».
Ακόμη, το Δημόσιο αναφέρει ότι «κακώς το Διοικητικό Πρωτοδικείο δέχθηκε τον αναπόδεικτο ισχυρισμό των αντιδίκων ότι η έλλειψη εισήγησης για εκκένωση προκάλεσε το ένδικο τραγικό αποτέλεσμα», αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι «από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν προέκυψε ότι τυχόν εισήγηση του ΠΣ για οργανωμένη προληπτική απομάκρυνση των κατοίκων θα μπορούσε χρονικά και τεχνικά να πραγματοποιηθεί και να ολοκληρωθεί πριν την έλευση του θερμικού κύματος που προηγείτο της φωτιάς, δηλαδή με ασφαλή και αίσια κατάληξη για τους κατοίκους».