Στις θετικές επιπτώσεις στην Αθήνα και εν γένει στην Ελλάδα των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, επικεντρώθηκαν οι ομιλητές της Ημερίδας «20 Χρόνια Μετά – Το αποτύπωμα των Αγώνων», την οποία διοργάνωσε η Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή, με αφορμή τα 20 χρόνια από τους Ολυμπιακούς της Αθήνας.
Ολοι αναφέρθηκαν στα έργα που έγιναν και άλλαξαν τη ζωή των Ελλήνων, στην κληρονομιά των Ολυμπιακών Αγώνων και τόνισαν οι Ολυμπιακοί του 2004 δεν ευθύνονται σε καμία περίπτωση για το χρέος της Ελλάδας.
Στην εναρκτήρια ομιλία του, ο πρόεδρος της ΕΟΕ, Σπύρος Καπράλος, υπογράμμισε μεταξύ άλλων: «Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004 δεν ήταν απλά ένα αθλητικό γεγονός. Έγιναν -ξεκάθαρα- η απόδειξη ότι η Ελλάδα, μια μικρή χώρα, μπορεί να οργανώσει Αγώνες παγκόσμιας εμβέλειας, ονειρικούς Αγώνες, ανταποκρινόμενη σε όλες τις απαιτήσεις, τις προκλήσεις και τις δυσκολίες. Ήταν η στιγμή που όλοι μας ενώσαμε τις δυνάμεις μας, με κοινό όραμα και στόχο, για να δείξουμε στον κόσμο το μεγαλείο της χώρας μας και τη δέσμευσή της στις αρχές του Ολυμπισμού, της ειρήνης, της φιλίας και της αλληλεγγύης.
Γιατί λοιπόν, εδώ και είκοσι χρόνια, έχουμε δαιμονοποιήσει ένα από τα κατά γενική ομολογία μεγαλύτερα επιτεύγματά μας, ιστορικά; Γιατί υπαινισσόμαστε ιδιωτικά και δημόσια ότι οι Ολυμπιακοί της Αθήνας στάθηκαν η αφορμή, αλλά και η αιτία ακόμα, για όλα τα δεινά της κρίσης που αντιμετώπισε η χώρα έκτοτε;
Χωρίς υπεκφυγές, θα τονίσω ότι, όπως δεν είχε γίνει σχέδιο για την αξιοποίηση των αθλητικών Ολυμπιακών εγκαταστάσεων μετά τους Αγώνες, έτσι καθυστέρησε και δεν προβλήθηκε όπως θα έπρεπε ο οικονομικός απολογισμός των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004. Στις συζητήσεις και στην γενικότερη κατακραυγή του κόσμου που βασίστηκε σε -θα μου επιτρέψετε να το πω- ανεύθυνες αναλύσεις δημοσιογράφων με μόνο σκοπό τον εντυπωσιασμό, αλλά και πολιτικών παραγόντων, ότι για την οικονομική χρεοκοπία της χώρας έφταιγαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες, δεν υπήρχε κανένας για να αντιταχθεί, σοβαρά και υπεύθυνα. Κανένας δεν έλεγε ότι το χρέος της χώρας ήταν συνολικά 360 δισεκατομμύρια ευρώ και οι Ολυμπιακοί Αγώνες δεν στοίχησαν παρά 5-10 δισεκατομμύρια, δηλαδή ελάχιστα μπροστά στο τεράστιο χρέος που είχε δημιουργηθεί από τα συνεχή ελλείμματα του προϋπολογισμού της χώρας. Τα τότε δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας βολευόντουσαν κι αυτά ώστε να αποποιηθούν τις ευθύνες από τη διοίκηση της χώρας.
Έτσι και στην περίπτωση των Ολυμπιακών Αγώνων και στον υπολογισμό του κόστους της επένδυσης, θα έπρεπε το κράτος να υπολογίσει και τα έσοδα του από αυτήν. Συγκεκριμένα το κράτος είχε έσοδα από το ξεκίνημα του εγχειρήματος και των έργων. Έσοδα από το Φ.Π.Α. για τα προϊόντα, τις υπηρεσίες και τα έργα που γινόντουσαν. Έσοδα από τους άμεσους φόρους που πλήρωναν οι εργαζόμενοι Έλληνες και ξένοι στο κράτος αλλά και παράλληλα τα ασφαλιστικά ταμεία είχαν κι αυτά μεγαλύτερα έσοδα από όλους τους νέους εργαζόμενους».
Ο Νίκος Βέττας, γενικός διευθυντής του Ιδρύματος Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), μίλησε για τα οικονομικά στοιχεία που προέκυψαν από έρευνα που διεξήχθη πριν από 10 χρόνια. «Πρέπει να ξεχωρίσουμε την οργάνωση των Αγώνων από τα έργα που έγιναν για τους Αγώνες. Η δυσκολία σε αυτόν το διαχωρισμό προέρχεται από το τι καταγράφεται στον Προϋπολογισμό του Κράτους για έργα. Η Δημόσια Δαπάνη για τα έργα των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας ήταν 6,5 δισ. ευρώ. Αν το βάλουμε σε πιο γενικό νούμερο, όπως δαπάνες για νοσοκομεία και άλλα, φτάνει τα 8 δισ. Ο συνολικός προϋπολογισμός των Αγώνων ήταν δύο δισ, με το Δημόσιο να συνεισφέρει με 240 εκατομμύρια ευρώ. Στο τέλος, επιστράφηκε το πλεόνασμα που είχαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες, και ήταν 120 εκατομμύρια, άρα μιλάμε για δαπάνη του κράτους κάτι παραπάνω από 100 εκατ. ευρώ. Υπάρχουν και άλλοι παράμετροι, όπως η αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,5% και η θετική επίδραση που υπήρχε σε θέματα τουρισμού και εικόνας της Αθήνας που φάνηκε τα 2-3 πρώτα χρόνια, μέχρι βέβαια να έρθει η κρίση του 2009».
Ο Μάρτων Σίμιτσεκ, επικεφαλής Διοίκησης Επιχειρήσεων Αγώνων και εντεταλμένος σύμβουλος του “ΑΘΗΝΑ 2004”, είπε: «Κρίμα που δεν επένδυσε η Ελλάδα στους ανθρώπους που είχαν εργαστεί στην Οργανωτική Επιτροπή. Ολοι τους είχαν εκπαιδευτεί και ήταν άρτια καταρτισμένοι αλλά ποτέ δεν τους αξιοποίησε η Ελλάδα. Έτσι οι περισσότεροι πήγαν στο εξωτερικό και πραγματικά έκαναν σπουδαία καριέρα».
Ο Τζίλμπερτ Φέλι, ανώτερος σύμβουλος Ολυμπιακών Αγώνων, αναφέρθηκε στο διάστημα πριν από την Τελετή Εναρξης: «Αλήθεια είχαμε φόβους στην αρχή για τη διοργάνωση γιατί χάσαμε χρόνο στα πρώτα στάδια, ειδικά με τις κατασκευές, αλλά επειδή ήξερα τους ανθρώπους που εργάζονταν στους Ολυμπιακούς, ήμουν σίγουρος για το τελικό αποτέλεσμα. Hταν δίκαιο που οι Ολυμπιακοί Αγώνες έγιναν στην Αθήνα για το καλό της Ολυμπιακής οικογένειας».
Ο Πέτρος Συναδινός, αρχηγός Αποστολής στο Παρίσι 2024 και ο άνθρωπος που έφτιαξε δύο φορές το φάκελο διεκδίκησης των Αγώνων του 2004, στάθηκε στο γεγονός ότι είναι η δεύτερη φορά που γίνεται προσπάθεια αποτίμησης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004. Πρώτα το 2009, με έκθεση του Τεχνικού Επιμελητήριου, και η δεύτερη τώρα, γεγονός που αποδεικνύει ότι είναι ελάχιστες οι πρωτοβουλίες που έχουν αναληφθεί για να εκτιμηθεί ένα τόσο μεγάλο γεγονός.
Η Τάνια Μπράγκα, επικεφαλής Αντίκτυπου και Κληρονομιάς Ολυμπιακών Αγώνων της ΔΟΕ, στάθηκε στη συνέχεια της κληρονομιάς και την παρακαταθήκη που άφησαν οι Αγώνες της Αθήνας, στο σύγχρονο Ολυμπιακό κίνημα.
Ο Γιάννης Πυργιώτης, εντεταλμένος σύμβουλος του “Αθήνα 2004”, στάθηκε στα δημόσια έργα που έγιναν για τους Ολυμπιακούς του 2004, όπως η αναμόρφωση του παραλιακού μετώπου και άλλων περιοχών, οι νέοι δρόμοι, τα μέσα σταθερής τροχιάς, το αεροδρόμιο κ.α.
Το ρεκόρ της Αθήνας σε ποσοστά τηλεθέασης επισήμανε ο Γιάννης Έξαρχος, διευθύνων σύμβουλος του Olympic Broadcasting Services. «Οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας είχαν το μεγαλύτερο κοινό στην ιστορία. Τους παρακολούθησαν 4 δισ. 50 εκατομμύρια άνθρωποι, ρεκόρ που θα ισχύει ακόμα για λίγες εβδομάδες, καθώς μπορεί το Παρίσι να μας έχει ξεπεράσει. Έχουν αλλάξει βέβαια και τα δεδομένα, αλλά πρέπει να καταλάβουμε ότι κάτι παραπάνω από το μισό πληθυσμό της Γης είδε τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας. Αυτό αποτελεί μία αξία μοναδική».
Στην εκδήλωση παρέστησαν, μεταξύ άλλων, ο πρώην υφυπουργός Αθλητισμού, Γιώργος Λιάνης, οι αντιπεριφερειάρχες Αττικής, Κωνσταντίνος Ζώμπος και Αλεξάνδρα Πάλλη, ο αρχηγός Αποστολής στην Αθήνα το 2004, Γιάννης Παπαδογιαννάκης, η πρόεδρος των Ελλήνων Olympians, Βούλα Κοζομπόλη, η πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Ολυμπιονικών, Βούλα Ζυγούρη, και μέλη της Ολομέλειας της ΕΟΕ.