Πάνω από 2.000 άνθρωποι καταπλακώθηκαν μέσα στα σπίτια τους όταν πελώρια κατολίσθηση έπληξε απομακρυσμένο χωριό στην Παπούα Νέα Γουινέα, ενημέρωσαν οι αρχές του κράτους του Ειρηνικού Ωκεανού τον ΟΗΕ με επιστολή τους που περιήλθε σε γνώση του Γαλλικού Πρακτορείου.
«Η κατολίσθηση έθαψε ζωντανούς πάνω από 2.000 ανθρώπους και προκάλεσε μεγάλες καταστροφές», σημείωσε το εθνικό κέντρο αντιμετώπισης εκτάκτων καταστάσεων σε επιστολή του προς την αντιπροσωπεία του ΟΗΕ στην πρωτεύουσα Πορτ Μόρεσμπι.
Σωστικά συνεργεία έχουν αποδυθεί σε «κούρσα με τον χρόνο» για να βρουν επιζώντες, τόνισε νωρίτερα σήμερα αξιωματούχος του ΟΗΕ.
«Έχουν περάσει τρεις ημέρες και πλέον αφότου έγινε η καταστροφή. Έχουμε αποδυθεί σε κούρσα με τον χρόνο, αλλά το ερώτημα είναι κατά πόσον θα μπορέσουμε να βρούμε κόσμο» ζωντανό, σημείωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Σερχάν Ακτοπράκ, αξιωματούχος αρμόδιος για ζητήματα μετανάστευσης στην αποστολή του ΟΗΕ στην Πορτ Μόρεσμπι, την πρωτεύουσα της χώρας του νότιου Ειρηνικού.
Χωριό στην πλαγιά λόφου στην επαρχία Ένγκα, στο κεντρικό τμήμα του αρχιπελάγους, σβήστηκε σχεδόν ολόκληρο από τον χάρτη όταν τμήμα του όρους Μουνγκάλο κατέρρευσε τη νύχτα της Πέμπτης προς Παρασκευή, περί τις 03:00 (τοπική ώρα· περί τις 20:00 της Πέμπτης ώρα Ελλάδας), θάβοντας δεκάδες σπίτια την ώρα που οι κάτοικοι κοιμούνταν.
Τα σωστικά συνεργία εργάζονται σε επικίνδυνες συνθήκες, κυρίως «εξαιτίας των πτώσεων βράχων», τόνισε ο κ. Ακτοπράκ.
Κάτοικοι περίπου 250 σπιτιών σε μικρή απόσταση από τον τόπο της καταστροφής αποφασίστηκε προληπτικά να απομακρυνθούν εσπευσμένα, πρόσθεσε.
Αρχικά, ανθρωπιστικές οργανώσεις και εκπρόσωποι των τοπικών αρχών έλεγαν πως φοβούνταν ότι χάθηκαν 100 ως 300 ζωές. Ο απολογισμός πέρασε κατόπιν στους περίπου 670 νεκρούς, όταν τα σωστικά συνεργεία αντιλήφθηκαν πως το χωριό που χτυπήθηκε από την κατολίσθηση είχε πολλούς περισσότερους κατοίκους απ’ ό,τι νόμιζαν, εξήγησε ο κ. Ακτοπράκ. Και σήμερα, οι αρχές ανέφεραν ότι φοβούνται πως θάφτηκαν κάπου δυο χιλιάδες άνθρωποι.
Ως αυτό το στάδιο, οι αρχές έχουν ανασύρει τέσσερα πτώματα από τα συντρίμμια.
«Κανένας δεν μπόρεσε να ξεφύγει»
Βαριά μηχανήματα αναμένονται σήμερα στην πληγείσα περιοχή, αλλά η άφιξή τους καθυστέρησε εξαιτίας βίαιων επεισοδίων μεταξύ φυλών, που ξέσπασαν στον μοναδικό δρόμο μέσω του οποίου μπορούν να φθάσουν εκεί, σύμφωνα με τον κ. Ακτοπράκ.
Τα βίαια επεισόδια πάντως δεν «συνδέονται με την κατολίσθηση», διευκρίνισε.
Δάσκαλος σε γειτονικό χωριό, ο Τζέικομπ Σοουάι, τόνισε στο Γαλλικό Πρακτορείο πως στην περιοχή που επλήγη ζούσαν πάνω από 2.000 άνθρωποι.
«Ο κόσμος είναι συντετριμμένος. Κανένας δεν μπόρεσε να ξεφύγει. Είναι πολύ δύσκολο να συγκεντρωθούν πληροφορίες. Δεν ξέρουμε ποιος πέθανε, επειδή τα μητρώα θάφτηκαν κι αυτά», πρόσθεσε.
Κάτοικοι γειτονικών χωρών βοηθούν να ανασυρθούν πτώματα, ανέφερε ο Νίξον Πακέα, πρόεδρος του εμπορικού και βιομηχανικού επιμελητηρίου στην κοντινή Πορτζέρα.
Αρκετοί χρησιμοποιούν τσάπες και αγροτικά εργαλεία.
«Εξαιτίας του πόσο σκληροί είναι οι βράχοι (…) είναι αρκετά περίπλοκο. Χρειάζονται εκσκαφείς για να απομακρύνουμε τα συντρίμμια», πρόσθεσε.
Μεταλλευτική εταιρεία της περιοχής, η New Porgera Limited, συμφώνησε να διαθέσει εκσκαφείς και άλλα μηχανήματα για βοηθήσει τα σωστικά συνεργεία και για να ανοίξουν δρόμοι.
Συνολικά, πάνω από 1.000 άνθρωποι στην περιοχή χρειάστηκε να απομακρυνθούν εσπευσμένα από τα σπίτια τους εξαιτίας της καταστροφής, κατά εκτιμήσεις ανθρωπιστικών οργανώσεων.
Ισχυρές βροχοπτώσεις
Κάτοικοι της περιοχής πιστεύουν πως την κατολίσθηση προκάλεσαν οι ισχυρές βροχοπτώσεις των τελευταίων εβδομάδων.
Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, η Παπούα Νέα Γουινέα έχει κλίμα το οποίο συγκαταλέγεται στα πιο υγρά στον κόσμο και σφοδρές βροχοπτώσεις πλήττουν συχνά τις πιο υγρές περιοχές της, ιδίως σε υψίπεδα.
Επιστήμονες προειδοποιούν ότι οι διακυμάνσεις της βροχομετρικής κατάστασης εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής μεγεθύνει τον κίνδυνο κατολισθήσεων στη χώρα.
Τον Μάρτιο, τουλάχιστον 23 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους σε κατολίσθηση σε γειτονική επαρχία.
Ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν ανέφερε χθες Κυριακή μέσω X ότι το Παρίσι είναι «έτοιμο να συνεισφέρει στις προσπάθειες να προσφερθεί βοήθεια και στην ανοικοδόμηση».
Σε δελτίο Τύπου που δημοσιοποιήθηκε από τις υπηρεσίες του στον Λευκό Οίκο, ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν τόνισε ότι «ράγισε η καρδιά» του ιδίου και της συζύγου του Τζιλ για «τις απώλειες ζωών και τις καταστροφές».