Η Polestar, η σκανδιναβική εταιρεία που ανήκει στη Volvo, είναι έτοιμη να μειώσει το προσωπικό της κατά 450 εργαζόμενους για να αντιμετωπίσει τις τρέχουσες δυσκολίες.
Το ηλεκτρικό αυτοκίνητο στην Ευρώπη περνά μια δύσκολη περίοδο.
Οι αριθμοί αυξάνονται, αλλά η ανάπτυξη επιβραδύνεται και οι κατασκευαστές, ως αποτέλεσμα, πρέπει να επανεξετάσουν τα σχέδια και τις επενδύσεις ώστε να αντιμετωπίσουν τις περίπλοκες συνθήκες της αγοράς.
Το τελευταίο επεισόδιο αφορά την Polestar, η οποία ανακοίνωσε την περικοπή 450 θέσεων εργασίας (ίσο με το 15% του συνόλου) ως συνέπεια του γεγονότος ότι, στο άμεσο μέλλον, θα πουληθούν λιγότερα αυτοκίνητα με μπαταρία από το αναμενόμενο.
Εν ολίγοις, αυτό που προκύπτει είναι ότι πρέπει να μειωθεί το κόστος και να πάρουν «παράταση» τα νέα μοντέλα, καθώς το 2025 αναμένεται το νέο-καινοτόμο- Polestar 5.
Αυτό το διάστημα η εταιρίας (δεν υπάρχει στη χώρα μας) «παίζει» με 3 μοντέλα το Polestar 2, το Polestar 3 και το Polestar 4, τα οποία αναμένεται να αποφέρουν οφέλη στους τραπεζικούς λογαριασμούς της εταιρείας.
Η κίνηση της Polestar είναι άμεση συνέπεια της απόφασης της Volvo να αναθεωρήσει (προς τα κάτω) το μερίδιό της στη μάρκα. Είναι επίσης αλήθεια ότι η Geely, ιδιοκτήτρια και των δύο μαρκών, σκοπεύει να αναλάβει θέση μεγαλύτερου ελέγχου.
Η θέση του κινεζικού ομίλου είναι να συνεχίσει να παρέχει υποστήριξη στην Polestar εγγυώντας ένα καλύτερο δυνατό μέλλον, αλλά είναι σαφές ότι αυτή η βαθιά αναδιοργάνωση θα απαιτήσει μια εξίσου βαθιά αλλαγή στη λειτουργία της εταιρίας.
Μετά τα lockdown για την καταπολέμηση της πανδημίας, που από μόνα τους έχουν κάνει τα πράγματα πολύπλοκα τουλάχιστον για τους κατασκευαστές αυτοκινήτων, καθώς και για την πλειονότητα των εταιρειών ανεξαρτήτως κλάδου, οι παγκόσμιες αγορές έπρεπε να αντιμετωπίσουν πρώτα την κρίση των τσιπ και μετά την αύξηση των τιμών των πρώτων υλών, που είχε σαν συνέπεια οι τιμές να εκτοξευθούν.
Η πρώτη επιβράδυνε την παραγωγή σε σημείο να αναγκάσει το προσωρινό κλείσιμο ολόκληρων εργοστασίων.
Το δεύτερο μείωσε σημαντικά τα περιθώρια κέρδους, αναγκάζοντας επίσης τους κατασκευαστές να αυξήσουν τις τιμές.
Τιμές οι οποίες στη συνέχεια, σε μια αιματηρή μάχη για την κατάκτηση μεριδίου αγοράς, παρουσίασαν κάποια μείωση, επιδεινώνοντας την κρίση ρευστότητας πολλών κατασκευαστών.