«Οι εκπομπές των θαλάσσιων μεταφορών και ο αντίκτυπος τους στην αέρια ρύπανση», ήταν το θέμα που ανέπτυξε ως κεντρικός ομιλητής στο 4ο Φόρουμ της ΕΕ για τον Καθαρό Αέρα, που έγινε στο Ρότερνταμ, ο ευρωβουλευτής, Πέτρος Κόκκαλης.
Ειδικότερα, στην τοποθέτησή του αναφέρθηκε στην αναγκαιότητα περαιτέρω μείωσης των εκπομπών αέριων ρύπων από την ναυτιλία, ιδιαίτερα όσον αφορά τα οξείδια του θείου (SΟx) και τα οξείδια του αζώτου (NOx), στον ρόλο που θα διαδραματίσει στο πλαίσιο αυτό η παράλληλη ανάπτυξη εναλλακτικών καυσίμων για την ναυτιλία και υποδομών για την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας στα ελλιμενισμένα πλοία, αλλά και στην σημασία των επενδύσεων σε έρευνα και καινοτομία.
Ιδιαίτερη μνεία έκανε και στον Πειραιά, πόλη της οποίας η οικονομική δραστηριότητα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τις δραστηριότητες του λιμανιού, που τον τελευταίο χρόνο έχει καταγράψει πάνω από 270 ημέρες κακής ποιότητας αέρα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος και του δείκτη ποιότητας αέρα (Air Quality Index).
«Στην παρούσα συγκυρία βρισκόμαστε σε διαδικασία αναθεώρησης των οδηγιών της ΕΕ για την ποιότητα αέρα, με την Ελλάδα να είναι στις πρώτες θέσεις πρόωρων θανάτων λόγω αέριας ρύπανσης, με παραπομπές στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για μη συμμόρφωση των Οδηγιών για την ποιότητα του αέρα», είπε ο κ. Κόκκαλης ο οποίος έχει καταθέσει πολλές σχετικές ερωτήσεις προς την Κομισιόν, ενώ ως ο εισηγητής της Αριστεράς για τον σχετικό φάκελο, είχε «ρόλο κλειδί στη θέσπιση των φιλόδοξων στόχων που ζητάει σήμερα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο».
«Είναι αναγκαία η αναθεώρηση των προτύπων για την ποιότητα αέρα, δηλαδή τα αυστηρότερα όρια για τους ρυπαντές σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του ΠΟΥ, καθώς και ένα αποτελεσματικό σύστημα παρακολούθησης και επιβολής αυτών των ορίων που θα διασφαλίσει ότι τα κράτη μέλη αναπτύσσουν δράσεις και σχεδιασμό για τη διατήρηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης σε χαμηλά επίπεδα, για τη διασφάλιση της δημόσιας Υγείας».
Το φόρουμ συγκέντρωσε πληθώρα εκπροσώπων από εθνικές κυβερνήσεις, από την τοπική αυτοδιοίκηση και τη βιομηχανία, αξιωματούχους της ΕΕ και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών.