Μια ιστορική στιγμή για την Ελλάδα και τον πολιτισμό, το αναστηλωμένο ανάκτορο του Φιλίππου Β’, ένα τοπόσημο δύναμης και ομορφιάς εγκαινιάστηκε σήμερα στις Αιγές Ημαθίας από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη.
Το ανάκτορο των Αιγών, ένα απολύτως πρωτοποριακό για την εποχή του οικοδόμημα, έγινε πρότυπο και αρχέτυπο, γνώρισε χιλιάδες επαναλήψεις καθορίζοντας, για πολλούς αιώνες, την εικόνα της δημόσιας αρχιτεκτονικής, σε ανατολή και δύση.
Ο αρχαιολογικός χώρος ανοίγει τις πύλες του στο κοινό από την Κυριακή, 7 Ιανουαρίου με τους πολίτες να έχουν την ευκαιρία να το επισκεφτούν, ταξιδεύοντας πίσω στον χρόνο, στο πολύ μακρύ παρελθόν 2300 χρόνια πριν από την εποχή μας.
Χρειάστηκαν 16 χρόνια εργασιών αναστήλωσης, συντήρησης, στερέωσης, αποκατάστασης, ανασκαφής και τεκμηρίωσης του τεράστιου τεχνικού έργου, το μεγαλύτερο οικοδόμημα που έχει δει η κλασική αρχαιότητα, αυτό που ο καθηγητής Βόλφραμ Χέφνερ (Wolfram Hoepfner) είχε χαρακτηρίσει «Παρθενώνα της Μακεδονίας» και στο οποίο μέσα, χωράει τρεις φορές ο Παρθενώνας, παραπέμπει ξανά στην αρχική του εικόνα.
Η ομιλία του πρωθυπουργού
Σεβασμιότατε, κύριε Περιφερειάρχα, κύριοι Δήμαρχοι, κύριοι συνάδελφοι στην κυβέρνηση και στην Βουλή, κύριε Γενικέ, αγαπητή κυρία Κοτταρίδη, αγαπητή Αγγελική, φίλες και φίλοι,
Πριν απ’ όλα να σας ευχηθώ καλή χρονιά, με την ευχή το 2024 να γίνει ένα ορόσημο μεγαλύτερης εθνικής προόδου αλλά και πολιτισμού, καθώς αύριο θα ανοίξει για πρώτη φορά τις πύλες του στο κοινό – αποδίδουμε μετά από πολλά χρόνια κοπιώδους εργασίας το «βασίλειο καθίδρυμα», θα έρθω στη συνέχεια στη μεγάλη σημασία αυτού του κτιρίου, του Φιλίππου του Β΄.
Είναι ο τόπος στον οποίον στέφθηκε βασιλιάς στην κυριολεξία, όπως μου θύμισε η κυρία Κοτταρίδη, λίγα λεπτά μετά τη δολοφονία του πατέρα του Φιλίππου, ο Μέγας Αλέξανδρος, για να ξεκινήσει αυτή τη λαμπρή εκστρατεία μετατρέποντας τον τότε γνωστό κόσμο στην ελληνιστική οικουμένη, στην πρώτη ουσιαστικά έκφραση της παγκοσμιοποίησης εκείνης της εποχής.
Αυτό το οποίο κάνουμε σήμερα κατά συνέπεια είναι ένα γεγονός, εκτιμώ, με παγκόσμια σημασία και πολύ μεγάλη διεθνή εμβέλεια. Δεν είναι τυχαίο ότι πριν από ένα χρόνο περίπου ξαναβρέθηκα σε αυτό το χώρο, σε αυτό το κτήμα, εγκαινιάζοντας το νέο Πολυκεντρικό Μουσείο των Αιγών, το οποίο έχει ήδη δείξει στους πρώτους έντεκα μήνες της λειτουργίας του πολύ μεγάλη δυναμική.
Είναι το κεντρικό σημείο γύρω από το οποίο ξεδιπλώνεται ένας μεγάλος -μοναδικός, θα έλεγα, για τα ελληνικά δεδομένα- αρχαιολογικός χώρος, με τον τάφο του Φιλίππου, το αποτέλεσμα αυτής της μοναδικής ανασκαφικής δραστηριότητας του Μανώλη Ανδρόνικου, τη νεκρόπολη, όλη την ταφική συστάδα, το αρχαίο θέατρο λίγο παρακάτω από το ανάκτορο. Σε όλα αυτά τώρα προστίθεται και το αναστηλωμένο ανάκτορο, ώστε όλα αυτά να λειτουργήσουν συμπληρωματικά και να μπορούν να συνδιαλέγονται δυναμικά με τον επισκέπτη.
Όπως τυχαία δεν είναι και η επιλογή μου να είμαι πάλι εδώ, στην πρώτη μου επίσκεψη του νέου χρόνου. Τιμώντας ένα μνημείο του Βασιλείου των Μακεδόνων, το οποίο με αφετηρία τις Αιγές άφησε το αποτύπωμά του από τον Δούναβη, διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Φίλιππος ο Β’ υπήρξε ουσιαστικά ο πρώτος Ευρωπαίος βασιλιάς, επεκτείνοντας προς τα βόρεια τη δυναμική του νέου του Βασιλείου, για να έρθει ο γιός του στη συνέχεια και να φτάσει το ελληνιστικό αποτύπωμα μέχρι την Ινδία και την Αίγυπτο.
Είναι ένα αποτύπωμα ζωντανό στο πέρασμα των αιώνων, χάρη στη διαρκή και αρμονική ώσμωση του ελληνικού πολιτισμού με τους μεγάλους πολιτισμούς με τους οποίους συναντήθηκε.
Αν αυτή η πορεία είναι πολύ γνωστή, είναι χιλιοειπωμένη, ο χώρος από τον οποίο ξεκίνησε αυτή η πορεία παραμένει, θα έλεγα, ακόμα σχετικά άγνωστος στο ευρύ κοινό. Είναι παρών στα βιβλία της Ιστορίας αλλά είναι σε μεγάλο βαθμό απών από τη βιωμένη εμπειρία.
Στοίχημά μας, λοιπόν, είναι να μπορέσουμε να καταστήσουμε τις Αιγές ένα σημείο συνάντησης με το μεγαλείο των αρχαίων μας καταβολών. Μια σφραγίδα της διαχρονικής τους ελληνικότητας, αλλά και ένα μέρος της σύγχρονης ζωής μας.
Γιατί, παρά τη φθορά του χρόνου και, όπως ακούσαμε, την ισοπεδωτική παρέμβαση των Ρωμαίων, οι οποίοι επιχείρησαν να σβήσουν από τη μνήμη όλες τις ενδείξεις μεγαλείου του Μακεδονικού πολιτισμού, αυτό το πνεύμα των Αιγών τελικά δεν έσβησε, ώστε σήμερα να μπορεί να αναδεικνύεται ξανά σε τρισδιάστατη μορφή από τη λήθη, από τη σκόνη των αιώνων, με όλη την λάμψη της κλασικής του αίγλης.
Αυτή η αποκατάσταση, λοιπόν, του καθιδρύματος δεν είναι απλώς μια τεχνική πράξη αρχαιολογικής αναστήλωσης. Υποκλίνομαι με θαυμασμό, κυρία Κοτταρίδου -απευθύνομαι σε σας και σε όλους τους συνεργάτες σας- στην πολυπλοκότητα του έργου το οποίο υλοποιήσατε.
Σκεφτείτε πόσο δύσκολο είναι να έρχεσαι σε αυτόν τον χώρο, να βλέπεις πέτρες απλωμένες και να πρέπει να ανασυνθέσεις μέσα από αυτό το ακατανόητο σε πολλούς από εμάς σύνολο, ένα μοναδικό ως προς την σύλληψή του αρχιτεκτόνημα. Αυτό πετύχατε και νομίζω ότι σας είμαστε ευγνώμονες και αξίζει σε σας προσωπικά και στους συνεργάτες σας ένα πολύ θερμό χειροκρότημα.
Ο πυρήνας της πολιτικής μας για τον πολιτισμό είναι απλώς η προαιώνια παράδοση, η ιστορία μας, να μετατρέπεται και σε ένα στοιχείο προβληματισμού για το παρόν. Τα μνημεία δεν στέκουν απλά ακίνητοι μάρτυρες του χρόνου, αλλα μπορούν να γίνουν ενεργά συστατικά της καθημερινότητάς μας και γι’ αυτό, όπως ειπώθηκε, αυτό το θαυμαστό αρχαιολογικό πάρκο μπορεί και πρέπει, αγαπητέ κύριε Περιφερειάρχα, κύριοι Δήμαρχοι, να γίνει ένας καταλύτης οικονομικής ανάπτυξης για τη Βεργίνα, για την Ημαθία, για ολόκληρη την Μακεδονία.
Μία εμπειρία για δεκάδες, εκατοντάδες χιλιάδες επισκέπτες οι οποίοι μαζί με την ιστορία θα μπορούν να μοιράζονται και το ιδιαίτερο χρώμα της περιοχής: από την πανέμορφη φύση και τη ξεχωριστή γαστρονομία, μέχρι τα πεζοπορικά μονοπάτια και τα χιονοδρομικά κέντρα.
Πράγματι δεν είναι πολλές οι περιοχές όπως η Ημαθία όπου πραγματικά μπορεί να υπάρξει τόσος πολιτισμός σε μία τόσο συγκεντρωμένη γεωγραφική ενότητα.
Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίον ουσιαστικά το ένδοξο παρελθόν εντάσσεται στο δημιουργικό σήμερα: με νέες θέσεις εργασίας, με κινητοποίηση της τοπικής οικονομίας, με όλο και περισσότερες πολιτιστικές, εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες. Έχετε ήδη αναλάβει πολλές ως Εφορία Ημαθίας και την ώρα που η αρχαιολογική σκαπάνη προφανώς θα συνεχίζει να δουλεύει, διότι το έργο αυτό ουσιαστικά δεν σταματά ποτέ, η επιστημονική έρευνα θα συνεχίσει να επεκτείνεται. Με άλλα λόγια, την ώρα που η Μακεδονία και ο δικός της «Παρθενώνας» θα γίνονται κέντρο της διεθνούς προσοχής.
Κυρίες και κύριοι, πρέπει να σας πω ότι εντυπωσιάστηκα βαθιά από αυτό το οποίο είδα πριν από λίγο, διότι αυτό το ανάκτορο είναι πραγματικά ένα πολύ ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό έργο. Ένα κομψοτέχνημα, διώροφο, με πολλά μωσαϊκά και τοιχογραφίες που αντανακλούν την αίγλη και την ισχύ του Φιλίππου.
Ουσιαστικά αυτός ο χώρος έρχεται σε αντιδιαστολή -νομίζω ότι το εξηγήσατε πολύ καλά, κυρία Κοτταρίδου- με τους ναούς της αρχαιότητας, με τον Παρθενώνα, το σημαντικότερο επίτευγμα της Αθηναϊκής Δημοκρατίας στην αίγλη της. Ήταν ένα λειτουργικό κτήριο, ένα ανοιχτό κτήριο. Είναι ένα κέντρο διοικητικής, θρησκευτικής, δικαστικής, στρατιωτικής εξουσίας και νομίζω είναι ένα κτήριο το οποίο ίσως συμβολίζει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο αυτή την συναρπαστική, για εμάς που έχουμε και ένα ενδιαφέρον για την ιστορία, μετάβαση από τις πόλεις-κράτη της κλασικής Ελλάδας σε ένα πρόπλασμα μιας ενιαίας και εξωστρεφούς κεντρικής εξουσίας που κάλυπτε μια πολύ μεγαλύτερη γεωγραφική ενότητα.
Είναι έτσι ένα τοπόσημο που γεφυρώνει τη συνένωση των ελληνικών πόλεων με τη διαδρομή προς την ελληνιστική και τη ρωμαϊκή περίοδο.
Ουσιαστικά με τον τρόπο της αποτελεί έναν από τους πρώτους, ίσως τον πρώτο σταθμό πολιτειακής εξέλιξης στον ευρωπαϊκό χώρο. Και με μέγεθος μάλιστα πολύ πέρα από την κλίμακα των κλασικών χρόνων αλλά και με τη συναρμογή της παλιάς αγοράς σε χώρο συνύπαρξης των πολιτών με τα ίδια τα στελέχη της εξουσίας.
Ναι, είναι όντως το πρώτο περιστύλιο στην αρχαία ελληνική αρχιτεκτονική αυτό το οποίο από αύριο θα έχουν οι επισκέπτες την ευκαιρία να θαυμάσουν.
Είναι μια πολιτική αγορά, όχι μια εμπορική αγορά, μια πολιτική αγορά όπως θα την ήθελε ο Αριστοτέλης σε διαχωρισμό, δηλαδή, με την προγενέστερη μορφή της αγοράς όπου βασικά διεξαγόντουσαν εμπορικές δραστηριότητες.
Ακριβώς σε αυτόν τον χώρο της συνάθροισης ανακηρύχθηκε βασιλιάς και στρατηλάτης ο Αλέξανδρος. Είναι μια καινοτομία που παραπέμπει σε αυτή την έννοια της πεφωτισμένης ηγεμονίας, η οποία στάθηκε ουσιαστικά και ιδεολογική, πολιτική βάση όλου του ελληνιστικού κόσμου που ακολούθησε.
Ο Φίλιππος και ο Αλέξανδρος, εξάλλου, με τον τρόπο τους υπήρξαν δεινοί μεταρρυθμιστές. Ο πρώτος, εξελίσσοντας ουσιαστικά μια αρχαϊκή κοινωνία σε μια κοινωνία με πιο αστικά χαρακτηριστικά, με κοινούς, με ενιαίους θεσμούς. Και ο δεύτερος, ιδρύοντας πόλεις, ενσωματώνοντας μεγάλους και διαφορετικούς πληθυσμούς σε μια πρωτοφανούς έκτασης αυτοκρατορία.
Βλέπετε, λοιπόν, πώς ένα μνημείο ουσιαστικά μπορεί να διαπερνά την αρχαιολογία και την Ιστορία, να οδηγεί στην πολιτική επιστήμη, στην κοινωνική ανθρωπολογία. Να έχει τη δύναμη ουσιαστικά να διαπερνά εποχές, οξύνοντας την αναζήτηση για διαχρονικά αιτήματα τα οποία απασχολούν και εμάς στις ημέρες μας, από την οργάνωση του κράτους μέχρι την κατανομή των δημόσιων πόρων και τη συνύπαρξη διαφορετικών λαών και πολιτισμών.
Νομίζω ότι αυτός είναι ένας ακόμα λόγος να εκτιμήσουμε όλα αυτά τα οποία βλέπουμε γύρω μας, τα αποτελέσματα ενός πολύ μεγάλου ταξιδιού που ξεκίνησε -όπως αναφέρθηκε και στις παρουσιάσεις- από τις ανασκαφές ενός νέου Γάλλου αρχαιολόγου, του Leon Heuzey, και μετά του Κωνσταντίνου Ρωμαίου, για να κορυφωθεί με τις ανακαλύψεις του σπουδαίου Μανώλη Ανδρόνικου. Ένα ταξίδι το οποίο διαρκεί ως σήμερα και θα συνεχιστεί με βεβαιότητα, πλουτίζοντας όχι απλά τη γνώση μας αλλά και τη σκέψη μας σε πολλά διαφορετικά επίπεδα.
Διότι η σπουδαιότητα τέτοιων μνημείων υπερβαίνει τα τοπικά όρια, γίνεται κτήμα ολόκληρης της ανθρωπότητας. Κι εμείς ως θεματοφύλακες αυτής της πολύτιμης πολιτιστικής κληρονομιάς, μοναδικής πολιτιστικής κληρονομιάς, οφείλουμε να την προστατεύουμε, να την αναδεικνύουμε, να την προβάλλουμε και ταυτόχρονα να διευρύνουμε και τους ορίζοντες τους οποίους ανοίγει η κάθε νέα ψηφίδα η οποία ανακαλύπτεται.
Έτσι πιστεύω ότι καλούμαστε να δούμε και τον πολιτισμό στο παρόν, όπως τον περιέγραψα και στην αρχή: ως ένα προσκλητήριο γνώσης αλλά και συμμετοχής, που ενισχύει το ανήκειν. Αλλά βέβαια και ως μοχλό ανάπτυξης κάθε γωνιάς της πατρίδας μας. Και τελικά, ως ένα παράγοντα εθνικής ακτινοβολίας που θα μετατρέπεται σε κοινωνική ευημερία.
Αυτό είναι το όραμα το οποίο υπηρετεί το σχέδιό μας, όπως είπε και ο Γενικός Γραμματέας, το μεγαλύτερο σχέδιο επένδυσης στον πολιτισμό. Ξεπερνά το 1 δισεκατομμύριο ευρώ, εν πολλοίς χρηματοδοτούμενο από ευρωπαϊκούς πόρους. Ανοίγω μια παρένθεση για το πόσο μεγάλη σημασία βλέπετε ότι έχει όχι μόνο η συμμετοχή μας στην ευρωπαϊκή οικογένεια, αλλά και η δυνατότητά μας να διεκδικούμε ευρωπαϊκούς πόρους τους οποίους κινητοποιούμε στη συνέχεια για να ενισχύουμε τη συλλογική ευημερία.
Είναι, λοιπόν, μια πολυδιάστατη επένδυση, επεκτείνεται σε χιλιάδες δράσεις. Αρκεί να δει κανείς το τι γίνεται εδώ, μόνο στην Ημαθία, σε όλα τα πεδία του πολιτισμού.
Στη σύμπλευση, θα επαναλάβω, με την οικονομία και τον τουρισμό. Και εδώ καλούμαστε όλοι μαζί, κράτος, περιφέρεια και δήμοι να βάλουμε ένα εθνικό στοίχημα: να αυξήσουμε, να πολλαπλασιάσουμε, θα έλεγα, την επισκεψιμότητα αυτού του μοναδικού χώρου.
Και όσο περισσότεροι επισκέπτες στην περιοχή, τόσο περισσότερο θα τονώνεται η τοπική οικονομία, αλλά και τόσο πιο δυναμικά αυτή η μοναδική κοιτίδα πολιτισμού θα στέλνει την ακτινοβολία της σε κάθε γωνιά του κόσμου.
Σε μια χώρα με βαρύ παρελθόν αλλά και με δημιουργικό παρόν και μέλλον. Με άλλα λόγια, σε μια χώρα αυτογνωσίας, αισιοδοξίας και αυτοπεποίθησης.
Συγχαρητήρια, λοιπόν, για ακόμα μια φορά στους πρωτεργάτες. Καλά εγκαίνια αύριο, καλό ποδαρικό, ανημέρα της μεγάλης εορτής των Θεοφανίων, σε αυτόν τον σπουδαίο αρχαιολογικό χώρο. Και καλή χρονιά σε όλους και σε όλες. Ευχαριστώ πάρα πολύ.
Νωρίτερα, ο Πρωθυπουργός ξεναγήθηκε στο αναστηλωμένο ανάκτορο από την Επίτιμη Έφορο Αρχαιοτήτων, Αγγελική Κοτταρίδη, και επισκέφτηκε το γειτονικό αρχαίο θέατρο όπου δολοφονήθηκε ο Φίλιππος Β’.
Ο Πρωθυπουργός ενημερώθηκε για τις εργασίες συντήρησης, στερέωσης, αποκατάστασης και αναστήλωσης του ανακτόρου, που διήρκεσαν από το 2007 έως το 2023, και για τον τρόπο με τον οποίο η αρχαιολογική ομάδα ανακάλυψε τη μορφή που είχε το βασιλικό συγκρότημα στην αρχαιότητα.
Το μνημείο, που χρονολογείται από τον 4ο αιώνα πΧ, έχει έκταση περίπου 15.000 τετραγωνικά μέτρα. Αποτελεί το μεγαλύτερο οικοδόμημα της κλασικής Ελλάδας. Στο μεγάλο περιστύλιο του ανακτόρου ανακηρύχθηκε βασιλιάς των Μακεδόνων ο
Μέγας Αλέξανδρος.
Οι ομιλίες της Αγγελικής Κοτταρίδη και του ΓΓ του υπ. Πολιτισμού
Ξεκινώντας την παρουσίαση της η επικεφαλής του έργου, Αγγελική Κοτταρίδου, είπε ότι «τα όνειρά μου θα έμεναν όνειρα αν δεν βρίσκονταν φωτισμένοι άνθρωποι στην πολιτική ηγεσία να με στηρίξουν. Θα θυμηθώ τον Τζανή Τζανετάκη. Θα θυμηθώ τον Θάνο Μικρούτσικο που αποφάσισε την επιστροφή των θησαυρών και θα ευχαριστήσω τον Βαγγέλη Βενιζέλο που τους έφερε όλους πίσω και θα ευχαριστήσω την Λίνα Μενδώνη που ως ΓΓ του υπ. Πολιτισμού συνετέλεσε στην δημιουργία του μουσείου. Θα την ευχαριστήσω και για κάτι άλλο για το 2014 στο ΚΑΣ και τις πέντε ώρες παρουσίαση για την αναστήλωση του ανακτόρου».
Όπως είπε το έργο αυτό εκτός από διάλογο των επιστημόνων μπορεί να αποτελέσει και αφορμή για διάλογο ανάμεσα στους λαούς.
Παρουσιάζοντας τον χαιρετισμό της απούσας λόγω κορωνοϊού Λίνας Μενδώνη ο ΓΓ του υπουργείου Πολιτισμού είπε ότι στόχος ήταν ένα τεράστιο αρχαιολογικό πάρκο που μπορεί να προσφέρει ολοκληρωμένη γνώση και εμπειρία στους επισκέπτες των Αιγών. Πρόκειται για μια νέα ολιστική προσέγγιση αρχαιολογικού χώρου-μουσείου-επισκέπτη αποτελούμενη από το μνημείο των βασιλικών τάφων, το αρχαιολογικό παρκο της νεκρόπολης που αποδόθηκε στο κοινό το 2021, το νέο υπερσύγχρονο μουσείου εμβδαδου 7.500 τ.μ. που εγκαινιάστηκε το 2023 και βεβαίως το μεγαλοπρεπές ανάκτορο που αποδίδεται σήμερα στο κοινό στο σύνολό του, ένα έργο συνολικού ύψους 20 εκατ. ευρώ.
Το ανάκτορο με εμβαδόν 15.000 τμ. υπήρξε ένα τεράστιο οικοδόμημα, το μεγαλύτερο της κλασσικής Ελλάδας – 15.000 τ.μ. είναι το Μουσείο της Ακρόπολης. Επι αιώνες ήταν ένα συνόλο λίθων που με την ολοκλήρωση του έργου της αναστήλωσης ενισχύεται η επιδραστικότητα του μουσείου των Αιγών που συμβάλει στις τρέχουσες και μελλοντικές προοπτικές ανάπτυξης της περιχής δημιουργώντας νέους πόλους έλξης επισκεπτών δημιουργώντας όρους βιώσιμης ανάπτυξης όχι μόνο της Ημαθίας αλλά όλης της Κεντρικής και Ανατολικής Μακεδονίας.
Επίκεντρο του μεγάλου οικοδομικού προγράμματος, με το οποίο ο Φιλίππος Β΄ (359-336 π.Χ.) εκσυγχρόνισε και αναβάθμισε τις Αιγές, τη βασιλική μητρόπολη των Μακεδόνων, είναι το ανάκτορο, το «βασίλειον» των Αιγών –με την αρχαία ονομασία του- με έκταση περ. 15.000 τ.μ. Πρόκειται για το μεγαλύτερο οικοδόμημα της κλασικής Ελλάδας.
Κτίριο λιτό και λειτουργικό και συγχρόνως μνημειακό και επιβλητικό, το αρχετυπικό οικοδόμημα χαρακτηρίζεται από την πολυτέλεια των υλικών, την εφευρετικότητα και την τελειότητα της εκτέλεσης, τα απροσδόκητα επιτεύγματα της τεχνολογίας και, συγχρόνως, από τη γεωμετρική καθαρότητα της φόρμας που διαμορφώνει ένα σύνολο απαράμιλλης ηρεμίας, κομψότητας και αρμονίας, όπου όλα υποτάσσονται στη γοητεία του μέτρου.
Με το μνημειώδες πρόπυλο, που παραπέμπει σε ιερό, τις εντυπωσιακές διώροφες στοές της πρόσοψης που ανοίγονται στην πόλη και προσκαλούν τους πολίτες να κάνουν χρήση του χώρου τους, το μέγα περιστύλιο, γύρω από το οποίο οργανώνονται οι χώροι των συμποσίων, την θόλο που σύμφωνα με τις επιγραφές ήταν ιερό του Πατρώου Ηρακλή, τη βιβλιοθήκη/αρχείο και το μικρότερο δυτικό περιστύλιο που εξυπηρετούσε βοηθητικές χρήσεις (παλαίστρα κλπ.) το «βασίλειον» καθίδρυμα των Αιγών στέγαζε όλες εκείνες τις δομές που ήταν απαραίτητες για την άσκηση της πολυεπίπεδης δημόσιας εξουσίας.
Με 16 δωρικούς κίονες σε κάθε πλευρά του, το μέγα περιστύλιο των Αιγών, που εικονοποιεί την έννοια του τετραγώνου, είναι το πρώτο του είδους του. Έχοντας έκταση 4.000 τ.μ., χωρούσε τουλάχιστον 8.000 άτομα και μπορούσε να λειτουργήσει ως τόπος συνάθροισης των Μακεδόνων. Ο τόπος συνάθροισης των πολιτών παίρνει εικόνα αυλής και η λέξη «αυλή» γίνεται συνώνυμη με την έννοια της βασιλείας.
Το πιο λαμπρό οικοδόμημα της Μακεδονίας, ανοίγει τις πύλες του στον κόσμο για να θυμίσει κάποιες από τις ένδοξες στιγμές του:
– Την ανέγερσή του στα μέσα του 4ου π.Χ. αιώνα από τον Φίλιππο Β’ με σκοπό να ορίσει την εικόνα του νέου κόσμου… «Εγώ ο ηγεμόνας και ο κόσμος μου συνυπάρχουμε σε αυτό το κτίριο, το ανάκτορο των Αιγών», είχε πει χαρακτηριστικά, δικαιολογώντας την ιδέα που τον οδήγησε στη δημιουργία της πόλης και του ανακτόρου.
– Εκεί οργάνωσε και μεταρρύθμισε το βασίλειο των Μακεδόνων και προετοίμασε το έδαφος γι’ αυτό που συνέβη στη συνέχεια με τον γιο του Αλέξανδρο, που δημιούργησε την οικουμένη.
– Εκεί ανακηρύχθηκε ο Μέγας Αλέξανδρος βασιλιάς το 336 π.Χ., μετά τη δολοφονία του πατέρα του. Οι ίδιες κολώνες που βλέπει σήμερα ο επισκέπτης, είναι αυτές που «άκουσαν» τους Μακεδόνες να χτυπούν θριαμβικά με τα δόρατα τις ασπίδες τους, καθώς φώναζαν ρυθμικά το όνομά του.
– Με αφετηρία το ίδιο σημείο, μόλις δύο χρόνια αργότερα, έγινε το ξεκίνημα της εκστρατείας του Μεγάλου Αλεξάνδρου για τα βάθη της Ανατολής, όπου μαζί με τους δεκάδες χιλιάδες οπλίτες και ιππείς, κουβάλησαν μαζί τους στην άκρη του κόσμου την εικόνα της κλασικής Ελλάδας, της Μακεδονίας, των Αιγών.
Περιήγηση με drone στο εντυπωσιακό ανάκτορο των Αιγών
Σε βίντεο που δημοσιεύθηκε προ τεσσάρων ετών στον επίσημο λογαριασμό στο Youtube του ΕΣΠΑ στην Ελλάδα, η διευθύντρια της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας κυρία Αγγελική Κοτταρίδη μιλούσε για το κτήριο που θεωρείται εφάμιλλης σημαντικότητας με τον Παρθενώνα και των προσπαθειών που γίνονταν για την αναστήλωσή του. «Το ανάκτορο είναι τρεις φορές μεγαλύτερο από τον Παρθενώνα σε εμβαδόν (περίπου 12.000 τ.μ.) και αποτελεί έργο σπουδαίου αρχιτέκτονα του 4ου αιώνα π.Χ., χωρίς να αποκλείεται να είναι του Πυθέου. Λειτουργούσε ως διοικητικό κέντρο και αποτέλεσε πρότυπο για τα ανάκτορα της ελληνιστικής επικράτειας», λέει στην κάμερα.
Το Ανάκτορο «είναι ίσης αξίας με τον Παρθενώνα. Δεν ήταν το σπίτι του βασιλιά, είναι το Μέγαρο Μαξίμου, είναι το κέντρο της διοίκησης, που δεν απευθύνεται στα μέλη της κυβέρνησης μόνο, αλλά σε όλους τους πολίτες των Αιγών. Το περιστύλιο είναι ο τόπος συνάθροισης των πολιτών, χωράει περίπου 4.000 άτομα και οι Αιγές δεν είχαν παραπάνω άνδρες. Συγκεντρώνει όλες τις δραστηριότητες που είχε η πολιτική αγορά. Αυτό είναι το Ανάκτορο των Αιγών και είναι η ιδέα της ‘πεφωτισμένης δεσποτείας’, πώς εφαρμόζεται σε μία νέα τάξη πραγμάτων που ο Φίλιππος και η πεφωτισμένη ομάδα που τον στηρίζει θέλει να ξεκινήσει και να επιβάλλει και το καταφέρνει» υπογραμμίζει η κ. Κοτταρίδη.
«Αυτό το Ανάκτορο όταν θα το έχουμε, θα ξαναγράψουμε την ιστορία της αρχαίας αρχιτεκτονικής. Αυτό το μνημείο μας έχει μάθει πάρα πολλά. Είναι πραγματικά κορυφαίο. Είναι ένα θαύμα τεχνικής και αυτό το διαπιστώνουμε σε όλα τα επίπεδα» συνεχίζει η κ. Κοτταρίδη. «Ο αρχιτέκτονας του μνημείου, τονίζει, εμπνέεται τόσο από τις θεωρίες των Πυθαγορείων όσο και από τις θεωρίες του Πλάτωνα, τα πάντα ανταποκρίνονται στον λόγο της ‘χρυσής τομής’, ενώ στην κάτοψη ενσωματώνει όλη τη θεωρία του Πλάτωνα για την ψυχή του κόσμου», λέει.
«Αυτό είναι μία συγκλονιστική ιστορία. Σημαίνει ότι μιλάμε για ένα εξαιρετικά μορφωμένο κύκλο ανθρώπων, δηλαδή μας βοηθάει να αναθεωρήσουμε τις ιδέες που είχαμε από τα βιβλία του σχολείου και κυρίως από τους λίβελους του Δημοσθένη για τον Φίλιππο και το περιβάλλον του, μας δείχνει τη στενή σχέση της Μακεδονίας με τους πλατωνικούς του βασιλείου και κυρίως μας δείχνει πώς αυτοί σκέφτηκαν και εφάρμοσαν την ιδέα της ‘πεφωτισμένης δεσποτείας’ στην αρχιτεκτονική. Αυτό λοιπόν το κτήριο το έχουμε στην Ελλάδα και ευτυχώς σώθηκε ένα μεγάλο κομμάτι των δαπέδων, σώθηκαν οι τοιχοβάτες σε πολλά σημεία, άρα μπορούμε με ακρίβεια και απόλυτη βεβαιότητα να το αναπαραστήσουμε σε ποσοστό 90 τοις εκατό» αναφέρει.
Περιγράφοντας την πορεία των έργων, η κ. Κοτταρίδη τονίζει ότι αποχωμάτωση για την αποκάλυψη του μνημείου δεν έγινε ποτέ. «Έγινε συστηματικότατη ανασκαφή με κάναβο, λες και σκάβαμε προϊστορικά. Είχαμε, λοιπόν, εκπληκτικά ευρήματα, γιατί πολλά κομμάτια ήταν πεσμένα ή αποτεθειμένα στα μπάζα. Αντίστοιχη δουλειά, με το ‘βελόνι’, έχει η Ακρόπολη, γιατί κι εκεί είχαν να κεντήσουν και να βρουν θραυσματάκια. Όλο αυτό το έργο είναι μια εποποιία» δηλώνει η κ. Κοτταρίδη, σημειώνοντας πως τον επόμενο χρόνο θα κυκλοφορήσει μία ειδική έκδοση που θα παρουσιάζει όλα αυτά τα αρχιτεκτονικά μέλη και τη θέση τους στο χώρο.
«Έχουμε καταγράψει πάνω από 4.000 αρχιτεκτονικά μέλη. Κομμάτια του περιστυλίου, επιστύλια, χαρακτηριστικά στοιχεία του Ανακτόρου. Μαζεύουμε τα θραύσματά του, τα οποία συναρμόζονται στο κομμάτι που θα αναπλαστεί στο μουσείο και μας οδηγούν σε καταπληκτικές νέες ανακαλύψεις, οι οποίες έχουν πραγματικά χέρια, πόδια και κεφάλι και δεν είναι πυροτεχνήματα και ευφυολογήματα ή ιστορίζοντα θεωρήματα με λήψη του ζητουμένου, γιατί ξεκινάμε από τις πέτρες και οι πέτρες είναι ειλικρινείς, δεν μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις. Έχεις δεδομένα αυστηρά και βαριά» συνεχίζει.