Τον ηγετικό ρόλο της Ελλάδας ως κέντρο μεταφοράς τόνισε με έμφαση ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στις δηλώσεις του μετά τις εργασίες της Τριμερούς Συνόδου Κορυφής Ελλάδας – Βουλγαρίας – Ρουμανίας στη Βάρνα.
“Η Ελλάδα παίζει και φιλοδοξεί να παίξει, έναν κεντρικό ρόλο στην ενεργειακή διασυνδεσιμότητα μεταξύ των χωρών μας” είπε ο κ. Μητσοτάκης για προσέθεσε: “Από πέρσι έχουμε τετραπλασιάσει τις εξαγωγές φυσικού αερίου προς τους βόρειους γείτονές μας. Ο αγωγός «IGB» συμπλήρωσε το πρώτο έτος λειτουργίας του και μάλιστα μεταφέρουμε καύσιμο μέχρι και την Μολδαβία, θωρακίζοντας με αυτό τον τρόπο την ενεργειακή ασφάλεια όλης της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Και σύντομα, μάλιστα, όπως ξέρετε, θα εγκαινιαστεί και η πλωτή μονάδα αποθήκευσης και επαναεριοποίησης της Αλεξανδρούπολης, το γνωστό FSRU”.
Παράλληλα ο κ. Μητσοτάκης τόνισε ότι η χώρα μας θα εξακολουθήσει να επενδύει στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και όπως είπε, στόχος της κυβέρνησης είναι “να μετατρέψουμε την πατρίδα μας, αλλά και ολόκληρη την ευρύτερη περιοχή, σε ένα κέντρο διεθνών διασυνδέσεων και διακίνησης πράσινης ενέργειας. Με πρώτους σταθμούς, προφανώς, τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, κάτι το οποίο βέβαια απαιτεί, όπως συζητήσαμε, και την ενίσχυση των ηλεκτρικών διασυνδέσεων, που και αυτές έχουν μια ξεχωριστή θέση στο νέο περιφερειακό ενεργειακό όραμα το οποίο αναπτύσσουμε”.
Ανέφερε ότι η πορεία των δυτικών Βαλκανίων προς την ΕΕ θα αποτελέσει παράγοντα σταθερότητας, ενώ σε ερώτηση για την ένταξη της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στη ζώνη Σένγκεν, ο Πρωθυπουργός σημείωσε ότι η χώρα μας στηρίζει την ένταξη των δυο χωρών στη Σένγκεν γιατί όπως είπε “θα κάνει την Ευρώπη ασφαλέστερη”.
“Η Ελλάδα στήριξε και στηρίζει ανεπιφύλακτα την είσοδο της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στη ζώνη του Σένγκεν και αυτό για δύο λόγους: ο πρώτος είναι λόγος αρχής και τήρησης των ευρωπαϊκών κανόνων, χωρίς επιλεκτικές διακρίσεις που άπτονται πολιτικών προτεραιοτήτων συγκεκριμένων κρατών-μελών. Η ευρωπαϊκή μας οικογένεια είναι μία οικογένεια που στηρίζεται σε αρχές, σε διαδικασίες. Και στο βαθμό που με αφορά, όσο μπορώ να εξαντλήσω τη δική μου επιχειρηματολογία γιατί η ένταξη της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας θα κάνει τελικά συνολικά την Ευρώπη πιο ασφαλή” είπε μεταξύ άλλων ο πρωθυπουργός.
Ως προς την ενεργειακή απεξάρτηση της Ευρώπης, ο κ. Μητσοτάκης εκτίμησε ότι η ΕΕ έχει κάθε λόγο να είναι ικανοποιημένη για την ταχύτητα με την οποία απεξαρτήθηκε από το ρωσικό φυσικό αέριο και προσέθεσε:
“Πιστεύουμε ότι και η Ελλάδα με τον τρόπο της έχει παίξει έναν ρόλο σε αυτήν την προσπάθεια. Σταθήκαμε κοντά στη Βουλγαρία σε δύσκολες εποχές, όταν χρειαζόταν εναλλακτική τροφοδοσία φυσικού αερίου. Στεκόμαστε κοντά στη Μολδαβία. Ελληνικές εταιρείες αυτή τη στιγμή πρωταγωνιστούν στην τροφοδοσία της Μολδαβίας με φυσικό αέριο και με τη λειτουργία του FSRU στην Αλεξανδρούπολη θα μπορέσουμε να αυξήσουμε σημαντικά τη δυνατότητα υποδοχής LNG στα βορειοανατολικά σύνορά μας. Προφανώς αυτό το αέριο δεν το χρειαζόμαστε μόνο εμείς, αλλά πρωτίστως έχουμε διάθεση να το εξάγουμε μέσα από υφιστάμενους αγωγούς, κάποιοι από τους οποίους μπορεί να πρέπει και να αναβαθμιστούν έτσι ώστε να μπορεί να αυξηθεί και η χωρητικότητά τους”
Αναλυτικά οι δηλώσεις του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στο πλαίσιο των εργασιών της Τριμερούς Συνόδου Κορυφής Ελλάδας – Βουλγαρίας – Ρουμανίας:
Με τους φίλους Πρωθυπουργούς της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας, αλλά και με την εξαιρετικά χρήσιμη συμμετοχή του Αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της κυρίας Επιτρόπου, επιβεβαιώσαμε σήμερα τις πραγματικές εξαιρετικές σχέσεις μεταξύ των χωρών μας.
Ταυτόχρονα, όμως, συμφωνήσαμε να εμβαθύνουμε τη συνεργασία μας, τόσο σε διμερές ή πολυμερές επίπεδο όσο και στην ευρύτερη περιοχή, και αυτό, άλλωστε, δηλώνει η παρουσία εδώ στο Euxinograd και του Υπουργού Ενέργειας της Μολδαβίας.
Τη συνάντησή μας σκιάζει, βεβαίως, η τρομοκρατική επίθεση που δέχθηκε το Ισραήλ στο έδαφός του. Όπως η Ευρώπη και όλος ο πολιτισμένος κόσμος, καταδικάζουμε τις πραγματικά φρικτές εικόνες που είδαμε, με πυρά εναντίον αμάχων, απαγωγές αθώων πολιτών, ακόμα και με περιστατικά σκύλευσης νεκρών. Και ασφαλώς αναγνωρίζουμε το δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα. Αυτό το μακελειό πρέπει να τελειώσει το συντομότερο δυνατόν.
Αθήνα, Σόφια και Βουκουρέστι αντιμετωπίζουν, άλλωστε, όλα τα καίρια θέματα από θέσεις οι οποίες συγκλίνουν. Και αυτό, μάλιστα, αποτυπώνεται καθαρά και στην κοινή διακήρυξη την οποία μόλις υπογράψαμε, εστιάζοντας, όπως είπε και ο φίλος Πρωθυπουργός της Βουλγαρίας, στη νέα μορφή που μπορεί να πάρει αυτή η τριμερής σύμπλευση και πώς το σχήμα αυτό μπορεί να αξιοποιηθεί εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και εντός άλλων διεθνών οργανισμών.
Συζητήσαμε, παραδείγματος χάρη, την καθοριστική σημασία που έχει η συνεργασία μας στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Έργα όπως η αναβάθμιση του αγωγού καυσίμων Ελλάδος – Βουλγαρίας – Ρουμανίας είναι εξαιρετικά κρίσιμα. Όπως ανέφερα και στη Σύνοδο, η Ελλάδα παίζει και φιλοδοξεί να παίξει, έναν κεντρικό ρόλο στην ενεργειακή διασυνδεσιμότητα μεταξύ των χωρών μας.
Από πέρσι έχουμε τετραπλασιάσει τις εξαγωγές φυσικού αερίου προς τους βόρειους γείτονές μας. Ο αγωγός «IGB» συμπλήρωσε το πρώτο έτος λειτουργίας του και μάλιστα μεταφέρουμε καύσιμο μέχρι και την Μολδαβία, θωρακίζοντας με αυτό τον τρόπο την ενεργειακή ασφάλεια όλης της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Και σύντομα, μάλιστα, όπως ξέρετε, θα εγκαινιαστεί και η πλωτή μονάδα αποθήκευσης και επαναεριοποίησης της Αλεξανδρούπολης, το γνωστό FSRU.
Θα εξακολουθούμε να επενδύουμε στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και βέβαια θέλουμε να μετατρέψουμε την πατρίδα μας, αλλά και ολόκληρη την ευρύτερη περιοχή, σε ένα κέντρο διεθνών διασυνδέσεων και διακίνησης πράσινης ενέργειας. Με πρώτους σταθμούς, προφανώς, τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, κάτι το οποίο βέβαια απαιτεί, όπως συζητήσαμε, και την ενίσχυση των ηλεκτρικών διασυνδέσεων, που και αυτές έχουν μια ξεχωριστή θέση στο νέο περιφερειακό ενεργειακό όραμα το οποίο αναπτύσσουμε.
Με τους ομολόγους μου συμφωνήσαμε, επίσης, ότι η ευρωπαϊκή πορεία των Δυτικών Βαλκανίων και των ανατολικών γειτόνων μπορεί να αποτελέσει μοχλό σταθερότητας στην περιοχή.
Θυμίζω, άλλωστε, ότι η Ελλάδα, ως το παλαιότερο κράτος-μέλος της Ένωσης στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, υποστηρίζει την ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων εδώ και παραπάνω από είκοσι χρόνια. Από τη Σύνοδο της Θεσσαλονίκης το 2003, από εκεί ξεκίνησε και η διαδρομή των χωρών αυτών προς την ευρωπαϊκή οικογένεια.
Θα επαναλάβω, ωστόσο, ότι η συγκεκριμένη διαδρομή, προοπτική, περνά μέσα από την προσαρμογή των υποψήφιων χωρών στο ευρωπαϊκό κεκτημένο, κάτι που σημαίνει, προφανώς, σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο αλλά και απόλυτη τήρηση των κανόνων του κράτους δικαίου. Και σε αυτό, προφανώς, είμαστε και οι τρεις χώρες έτοιμες να συνδράμουμε.
Μάς απασχόλησαν πολύ οι μεταφορές, εξου και η παρουσία της αρμόδιας Επιτρόπου, με αιχμή τους κάθετους οδικούς, αλλά κυρίως σιδηροδρομικούς άξονες συνδεδεμένους με στρατηγικά λιμάνια. Και πρέπει να πω ότι χαιρετίζουμε ιδιαίτερα την πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τον χάρτη του νέου σιδηροδρομικού εμπορευματικού διαδρόμου Βαλτικής Θάλασσας, Ευξείνου Πόντου και Αιγαίου Πελάγους. Είναι μία μόνο απόδειξη του πώς όταν οι χώρες μας μπορούν να συνεργάζονται για τέτοια μεγάλα έργα υποδομής, μπορούν να διεκδικήσουν τελικά περισσότερους ευρωπαϊκούς πόρους για έργα τα οποία αφορούν την ευρύτερη περιοχή, αλλά τολμώ να πω και τη γεωπολιτική σταθερότητα της Ευρώπης, ευρύτερα.
Προσθετικά σε αυτό λειτουργεί ασφαλώς και η πρόσφατη ένταξη της χώρας μας στην «Πρωτοβουλία των Τριών Θαλασσών», οι οποίες βέβαια τώρα πια θα πρέπει να ονομάζονται μάλλον «Τέσσερις Θάλασσες», καθώς πια συμπεριλαμβάνουν και το Αιγαίο.
Ανανεώσαμε, επίσης, τη συνάντησή μας. Ελπίζουμε η επόμενη συνάντηση να μπορέσει να λάβει χώρα στην όμορφη και φιλόξενη Αλεξανδρούπολη, μία πόλη η οποία ίσως συμβολίζει ακριβώς τη σημασία την οποία αποδίδουμε σε αυτή τη νέα διασυνδεσιμότητα μεταξύ των τριών χωρών μας. Πάντοτε με τη στήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα κράτη μας προωθούν ένα υπόδειγμα διακρατικής σύμπλευσης προς όφελος όλων των λαών της περιοχής μας.
Ευχαριστώ πάρα πολύ, αγαπητέ Nikolai, για την πολύ όμορφη φιλοξενία σε αυτό το πράγματι θαυμάσιο μέρος.
Σε ερώτηση δημοσιογράφου για την ένταξη της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στη ζώνη Σένγκεν, ο Πρωθυπουργός σημείωσε:
Η Ελλάδα στήριξε και στηρίζει ανεπιφύλακτα την είσοδο της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στη ζώνη του Σένγκεν και αυτό για δύο λόγους: ο πρώτος είναι λόγος αρχής και τήρησης των ευρωπαϊκών κανόνων, χωρίς επιλεκτικές διακρίσεις που άπτονται πολιτικών προτεραιοτήτων συγκεκριμένων κρατών-μελών. Η ευρωπαϊκή μας οικογένεια είναι μία οικογένεια που στηρίζεται σε αρχές, σε διαδικασίες.
Τελικός θεματοφύλακας υλοποίησης των προϋποθέσεων της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας για την ένταξη στη ζώνη του Σένγκεν είναι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Όπως είπε και ο κ. Αντιπρόεδρος, η Βουλγαρία και η Ρουμανία έχουν κάνει όλα όσα τους ζητήθηκαν ή κάνουν όλα όσα τους ζητούνται σχετικά με τις τελευταίες μεταρρυθμίσεις τις οποίες η Βουλγαρία υλοποίησε για ζητήματα κράτους δικαίου. ‘Αρα, οποιαδήποτε περαιτέρω καθυστέρηση θα ήταν αδικαιολόγητη.
Αλλά βέβαια, η Ελλάδα έχει και ένα ίδιο οικονομικό συμφέρον από την ένταξη της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στη ζώνη του Σένγκεν. Αυτή τη στιγμή εμείς δεν έχουμε χερσαία σύνορα ελεύθερης διακίνησης αγαθών και πολιτών. Και προφανώς, εάν θέλουμε να υλοποιήσουμε αυτό το φιλόδοξο σχέδιο ενός πιο ενιαίου οικονομικού χώρου, περισσότερου εμπορίου, μεγαλύτερης διασυνδεσιμότητας, περισσότερων τουριστικών ροών -θέλω να θυμίσω ότι η Ελλάδα είναι χώρα που υποδέχεται κάθε χρόνο εκατομμύρια επισκεπτών από τη Βουλγαρία και από τη Ρουμανία, αλλά και αντίστροφων ροών από την Ελλάδα προς τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία- είναι προφανές ότι έχουμε και ίδιο συμφέρον στο να κλείσει αυτή η εκκρεμότητα το συντομότερο δυνατόν.
Και στο βαθμό που με αφορά, όσο μπορώ να εξαντλήσω τη δική μου επιχειρηματολογία γιατί η ένταξη της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας θα κάνει τελικά συνολικά την Ευρώπη πιο ασφαλή, θα φροντίσω να το κάνω, έτσι ώστε να πείσω -όσο μπορώ και εγώ- αυτούς τους λίγους ομολόγους μου ότι πρέπει πια να αφήσουν στην άκρη τις επιφυλάξεις τους και να συμφωνήσουν να ενταχθεί η Βουλγαρία και η Ρουμανία στη ζώνη του Σένγκεν πριν από το τέλος του έτους.
Δημήτρης Γκάτσιος (ΕΡΤ): Η ερώτησή μου απευθύνεται στους Πρωθυπουργούς της Ελλάδας και της Βουλγαρίας, είναι σχετική με τα νερά του ‘Αρδα. Και θα ήθελα να σας ρωτήσω, σε ποιο σημείο βρίσκονται οι διαπραγματεύσεις καθώς η σχετική συμφωνία λήγει σε λίγους μήνες από τώρα, δηλαδή τον Ιούλιο του 2024.
Και μια συμπληρωματική ερώτηση προς τον Έλληνα Πρωθυπουργό: Κύριε Πρόεδρε, βλέπουμε την Ελληνική Κυβέρνηση να τοποθετεί συνεχώς κομμάτια σε ένα παζλ που δημιουργούν την εικόνα μιας στρατηγικής για την περαιτέρω εμβάθυνση του ρόλου της χώρας μας στην περιοχή.
Και θα ήθελα να σας ρωτήσω, πώς βλέπετε στο πλαίσιο αυτό τον ρόλο που θα μπορούσαν να διαδραματίσουν τα μεγάλα λιμάνια της Βόρειας Ελλάδας, της Αλεξανδρούπολης και της Θεσσαλονίκης, όσον αφορά στην μεταφορά ουκρανικών σιτηρών και προϊόντων. Σας ευχαριστώ.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Να προσυπογράψω με τη σειρά μου αυτά τα οποία είπε ο Πρωθυπουργός της Βουλγαρίας: ο σκοπός μας είναι να μπορέσουμε να καταλήξουμε σε ένα προσχέδιο επίτευξης συμφωνίας για το ζήτημα των νερών του ‘Αρδα μέχρι το τέλος του έτους.
Πράγματι, όπως σωστά επισημάνατε, η συμφωνία αυτή η οποία έρχεται από πολλές δεκαετίες πίσω, λήγει στα τέλη του επόμενου έτους και νομίζω ότι είναι προς το αμοιβαίο συμφέρον των δύο χωρών να καταλήξουν, συντομότερα παρά αργότερα, στο νέο πλαίσιο της συμφωνίας που θα λαμβάνει προφανώς υπόψη και τις ευαισθησίες των δύο χωρών, αλλά και ζητήματα τα οποία έθιξε ο κ. Πρωθυπουργός, περίπλοκα ζητήματα που έχουν να κάνουν και με το γεγονός ότι τα νερά δεν χρησιμοποιούνται μόνο για αρδευτικούς σκοπούς, αλλά και για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τα υδροηλεκτρικά φράγματα της Βουλγαρίας. Πιστεύω ότι με καλή διάθεση και αξιοποιώντας την τεχνογνωσία των αρμοδίων Υπουργών, θα καταλήξουμε σε μια αμοιβαία ωφέλιμη συμφωνία.
Για την Ελλάδα, προφανώς, το θέμα αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία. Δεν αφορά μόνο την άρδευση όλης της ευρύτερης κοιλάδας του Έβρου, αλλά και την προστασία από πλημμυρικά φαινόμενα. Η χώρα μας, έχοντας πληγεί από καταστροφικές πλημμύρες, έχει προφανώς μια πολύ μεγάλη, μια πολύ αυξημένη ευαισθησία στα ζητήματα αυτά.
Τώρα, η Ελλάδα, όπως γνωρίζετε, έχει προχωρήσει στην δυναμική ανάπτυξη όλων των λιμένων της, έτσι ώστε να καταστεί σημαντικό διαμετακομιστικό κέντρο σε ολόκληρη τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο.
Ενδεικτικά, αναφέρω ότι την επόμενη εβδομάδα θα υπογράψουμε τη σύμβαση παραχώρησης του λιμανιού της Ηγουμενίτσας, που είναι το δεύτερο μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας μας. Ήδη, προχωρεί η ανάπτυξη και σημαντικές επενδύσεις στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης και έχουμε προς το παρόν αποφασίσει, για γεωστρατηγικούς και γεωπολιτικούς λόγους, να μην προχωρήσουμε στην ιδιωτικοποίηση του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης, αλλά να δεσμεύσουμε πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης έτσι ώστε, σε πρώτο χρόνο, να προχωρήσουμε ως Ελληνική Κυβέρνηση στην περαιτέρω ανάπτυξή του.
Προφανώς και έχουμε κάθε λόγο να διερευνήσουμε τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να εξάγονται ουκρανικά σιτηρά και μέσα από τους ελληνικούς λιμένες. Με πρώτο, τον λιμένα της Αλεξανδρούπολης. Θα χρειαστούν κάποιες αναβαθμίσεις από ελληνικής πλευράς προκειμένου να μπορέσουμε να υποστηρίξουμε αυτή την οικονομική δραστηριότητα. Αλλά πριν φτάσουμε σε αυτό το σημείο θα πρέπει, πρώτα πιλοτικά, να διερευνήσουμε το εμπορικό ενδιαφέρον το οποίο μπορεί να υπάρχει για μία τέτοια μεταφορά σιτηρών, προς το νότο μέσω της Αλεξανδρούπολης και περαιτέρω εξαγωγής τους προς τις παγκόσμιες αγορές.
Υπάρχουν κάποιες σκέψεις για το πώς μπορούμε να το κάνουμε αυτό και με τη συνεργασία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αλλά σίγουρα θέλουμε να παίξουμε και εμείς το ρόλο που μάς αναλογεί σε αυτή την προσπάθεια. Και θα έλεγα ότι ένα τέτοιο έργο, ένα τέτοιο project μάλλον, θα ήταν μία πρώτη απτή βραχυπρόθεσμη απόδειξη του τρόπου με τον οποίο οι χώρες μας μπορούν να συνεργάζονται για να αντιμετωπίζουν τις πολλές γεωπολιτικές προκλήσεις της εποχής μας.
Σε ερώτηση δημοσιογράφου για τη συνεργασία στην ανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ και για την απαλλαγή τής Ευρωπαϊκής Ένωσης από την εξάρτηση από το ρωσικό αέριο και τη μεταφορά αερίου προς άλλες ευρωπαϊκές χώρες και τη Ρουμανία, ο Πρωθυπουργός ανέφερε:
Η κυρία Επίτροπος μίλησε για την ανάγκη να εξασφαλίσουμε περισσότερους πόρους για τη στρατιωτική κινητικότητα, το «military mobility», και είναι σαφές ότι οι υποδομές για τις οποίες γίνεται συζήτηση έχουν ταυτόχρονα μία εμπορική, αλλά και μία στρατιωτική διάσταση.
Και γι΄ αυτό και νομίζω ότι είναι σημαντικό αυτό να ληφθεί υπόψη και στις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη χρηματοδότηση στα πλαίσια ενδεχομένως και της αναθεώρησης του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου που αναμένεται να συζητηθεί τους επόμενους μήνες.
Όπως γνωρίζετε -και νομίζω ότι είχαμε την ευκαιρία να το συζητήσουμε- σημαντικό στρατιωτικό υλικό έχει εισέλθει στην ευρωπαϊκή ήπειρο από το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης. Και για να φτάσει προς τον βορρά χρειάζεται τις κατάλληλες υποδομές, για να φτάσει γρήγορα και με ασφάλεια.
Ως προς την ενεργειακή απεξάρτηση της Ευρώπης, πιστεύω ότι συνολικά έχουμε κάθε λόγο ως Ευρωπαϊκή Ένωση να είμαστε ικανοποιημένοι για την ταχύτητα με την οποία απεξαρτηθήκαμε από το ρωσικό φυσικό αέριο. Πιστεύουμε ότι και η Ελλάδα με τον τρόπο της έχει παίξει έναν ρόλο σε αυτήν την προσπάθεια. Σταθήκαμε κοντά στη Βουλγαρία σε δύσκολες εποχές, όταν χρειαζόταν εναλλακτική τροφοδοσία φυσικού αερίου.
Στεκόμαστε κοντά στη Μολδαβία. Ελληνικές εταιρείες αυτή τη στιγμή πρωταγωνιστούν στην τροφοδοσία της Μολδαβίας με φυσικό αέριο και με τη λειτουργία του FSRU στην Αλεξανδρούπολη θα μπορέσουμε να αυξήσουμε σημαντικά τη δυνατότητα υποδοχής LNG στα βορειοανατολικά σύνορά μας.
Προφανώς αυτό το αέριο δεν το χρειαζόμαστε μόνο εμείς, αλλά πρωτίστως έχουμε διάθεση να το εξάγουμε μέσα από υφιστάμενους αγωγούς, κάποιοι από τους οποίους μπορεί να πρέπει και να αναβαθμιστούν έτσι ώστε να μπορεί να αυξηθεί και η χωρητικότητά τους.