Οι ελληνικές εξαγωγές έκλεισαν το 2023 στα 50,9 δισ. ευρώ, σημειώνοντας τη δεύτερη καλύτερη επίδοση μετά από αυτή του 2022 στην ιστορία τους. Καταγράφηκε μειωμένο εμπορικό έλλειμμα κατά 20% και βελτίωση των εξαγωγικών επιδόσεων στους παραδοσιακά ισχυρούς κλάδους.
«Το 2023 ήταν μία δύσκολη χρονιά για την εξωστρεφή επιχειρηματικότητα καθώς σημαντικά γεγονότα δυσχέραναν την πορεία των εξαγωγών, όπως ο πόλεμος στη Γάζα και οι συγκρούσεις στην Ερυθρά Θάλασσα δημιουργώντας μείζονα προβλήματα στις αλυσίδες μεταφοράς αλλά και ένα γενικότερο πνεύμα αβεβαιότητας στην Ευρωπαϊκή αλλά και στην παγκόσμια αγορά. Οι εξαγωγές προϊόντων για το 2023 ανήλθαν σε €50.920,0 εκατ. , που όμως διαχρονικά συνιστούν τη δεύτερη καλύτερη επίδοση στην ιστορία. Οι Έλληνες εξαγωγείς απέδειξαν για μία ακόμα φορά ότι, παρά τις πληθωριστικές πιέσεις και την αστάθεια στις διεθνείς αγορές, κατάφεραν να πετύχουν μείωση του εμπορικού ελλείματος κατά €7.744,9 εκατ»,
Η επιτυχία των εξαγωγών της χώρας μας εξαρτάται άμεσα από την ικανότητα των ελληνικών επιχειρήσεων να προσαρμοστούν στις διεθνείς οικονομικές συνθήκες και να εκμεταλλευτούν τις διαθέσιμες ευκαιρίες, ειδικότερα στον τομέα της τεχνολογίας και της καινοτομίας, για την περαιτέρω ανάπτυξη της εξαγωγικής τους βάσης.», δήλωσε ο πρόεδρος του ΣΕΒΕ, Συμεών Διαμαντίδης
Σύμφωνα με το δελτίο εμπορευματικών συναλλαγών που ανακοινώθηκε σήμερα από την Ελληνική Στατιστική Αρχή και επεξεργάστηκε το Ινστιτούτο Εξαγωγικών Ερευνών και Σπουδών (ΙΕΕΣ) του ΣΕΒΕ, οι εξαγωγές υποχώρησαν στα €50,9 δισ., μειωμένες κατά 8,7% σε σχέση με τις κορυφαίες επιδόσεις του 2022 όπου και άγγιξαν τα €54,7 δις. Ωστόσο, σημαντική βελτίωση σημειώθηκε στο εμπορικό έλλειμμα το οποίο μειώθηκε στα €31 δισ. έναντι των €38,8 δισ. του 2022.
Ειδικότερα για τον μήνα Δεκέμβριο του 2023, η συνολική αξία των ελληνικών εξαγωγών ανήλθε στα €3.702,4 εκατ., μειωμένη κατά €1.023,6 εκατ. δηλαδή 21,7%, σε σχέση με το 2022. Παρόμοια ήταν και η τάση των εισαγωγών οι οποίες μειώθηκαν κατά 17,7% από €7.662,7 εκατ. το 2022 σε €6.307,4 εκατ. το 2023.Το εμπορικό έλλειμμα του μήνα βελτιώθηκε κατά €331,7 εκατ., δηλαδή 11,3% και ανήλθε στα €2.605 εκατ. έναντι των €2,936.7 εκατ. του έτους 2022.
Η ίδια τάση επικρατεί ακόμη και όταν δεν λαμβάνουμε υπόψη τα πετρελαιοειδή. Το ύψος των εξαγωγών για τον Δεκέμβριο του 2023 ισούται με €2.553,2 εκατ. και εμφανίζει μείωση 20,9%, δηλαδή €673,1 εκατ. σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο. Το ύψος των εισαγωγών ανήλθε στα €4.611,4 εκατ. μειωμένες κατά 13,7%, δηλαδή €734,3 εκατ. σε σύγκριση με τον Δεκέμβριο του 2022. Η βελτίωση του εμπορικού ελλείμματος κυμαίνεται στο 2,9%, δηλαδή στα €2.058,2 εκατ. από €2.119,4 εκατ. τον Δεκέμβριο του 2022.
Εξετάζοντας τις εμπορευματικές συναλλαγές της Ελλάδος, στο σύνολο του 2023, παρατηρείται μια μείωση στην αξία τόσο των εξαγωγών, κατά 8,7% δηλαδή €4.848,2 εκατ. σε σχέση με το προηγούμενο έτος, όσο και των εισαγωγών, κατά 13,3% δηλαδή €12.587,1 εκατ.. Η εντονότερη μείωση των εισαγωγών σε σχέση με αυτή των εξαγωγών οδήγησε σε μείωση του εμπορικού ισοζυγίου κατά 20% δηλαδή €7.744,9 εκατ.
Λιγότερο έντονη είναι η πτώση των εμπορευματικών συναλλαγών, όταν δεν συμπεριλαμβάνουμε τα πετρελαιοειδή καθώς οι εξαγωγές μειώνονται κατά 3% από €35.174,2 εκατ. το 2023 σε €36,245,5 εκατ. το 2022. Αντίστοιχα, οι εισαγωγές μειώνονται κατά 4,1% από €60.496,6 εκατ. το 2023 σε €63.054,7 εκατ. το 2022. Η βελτίωση που παρατηρείται στο εμπορικό έλλειμμα ανέρχεται στο 5.5%, δηλαδή στα €25.322,4 εκατ. το 2023 από τα €26.809,2 εκατ. του έτους 2022.
Παρ’ όλη τη γενική μείωση στις εξαγωγικές μας επιδόσεις κατά 7,1%, συγκριτικά με το έτος 2022, υπήρξε για το 2023 βελτίωση των εξαγωγικών επιδόσεων στους παραδοσιακά ισχυρούς κλάδους της χώρας μας, όπως τα τρόφιμα και τα μηχανήματα και οχήματα καθώς επίσης παρατηρήθηκε και αύξηση στους κλάδους των λιπών – ελαιών και των ποτών- καπνού συγκριτικά με τις αντίστοιχες συνολικές επιδόσεις των παραπάνω κλάδων το έτος 2022. Αναλυτικά, ενίσχυση εξαγωγών συγκριτικά με το προηγούμενο έτος κατέγραψαν τα τρόφιμα κατά €623,5 εκατ. (9,0%), τα μηχανήματα και οχήματα κατά €64,7 εκατ. (1,3%), τα ποτά και καπνά κατά €127,8 εκατ. (11,1%), τα λίπη και έλαια κατά €388,3 εκατ. (37,1%) και τα μη ταξινομημένα προϊόντα κατά €452,5 εκατ. (293,8%).