«Ο καρκίνος είναι ένα δημόσιο πρόβλημα υγείας, παγκόσμιο. Ευθύνεται για περίπου 10 εκατ. θανάτους το 2020 και ο καρκίνος του μαστού, του πνεύμονα, του παχέος εντέρου και του προστάτου, είναι οι καρκίνοι οι οποίοι προκαλούν τους περισσότερους θανάτους μεταξύ των υπολοίπων» σημείωσε η καθηγήτρια ογκολογίας Σοφία Αγγελάκη, προσθέτοντας ότι «συνολικά ο καρκίνος ευθύνεται για τον ένα στους έξι θανάτους οι οποίοι συμβαίνουν παγκοσμίως». Σύμφωνα με την ίδια, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, «ένας στους δύο πολίτες θα αναπτύξει καρκίνο κάποια στιγμή στη διάρκεια της ζωής του και μόνο οι μισοί από αυτούς θα επιβιώσουν τελικά».
Τα δεδομένα που έχει αυτή τη στιγμή στη διάθεσή της η ιατρική κοινότητα δείχνουν ότι «οι καρκίνοι το 2040 θα αυξηθούν», όπως είπε η κ. Αγγελάκη, «τα καλά νέα όμως είναι ότι το 40% αυτών των καρκίνων μπορούν να προληφθούν», με «απλά πράγματα, αλλάζοντας τον τρόπο ζωής». Εκτός από την πρόληψη, «για τον έλεγχο του καρκίνου» είναι επίσης «απαραίτητη» η «αποτελεσματική πρώιμη διάγνωση», «η ανακουφιστική φροντίδα και η φροντίδα των επιβιωσάντων με καρκίνο και αυτά αποτελούν τους θεμελίους λίθους του συνολικού ελέγχου του καρκίνου» υπογράμμισε η κ. Αγγελάκη.
Η Φλώρα Μπακοπούλου, αναπληρώτρια καθηγήτρια παιδιατρικής, στην παρέμβασή της παρουσίασε την Επιτροπή Αξιολόγησης και Αποζημίωσης Φαρμάκων Ανθρώπινης Χρήσης, σημειώνοντας ότι «η παραγωγικότητα της επιτροπής βαίνει συνεχώς αυξανόμενη» και ως προς τον όγκο των αιτημάτων, και ως προς τον χρόνο αξιολόγησης. Τα καινοτόμα φάρμακα τα οποία έχουν υποβάλει φάκελο στην Επιτροπή Αξιολόγησης είναι 162, εκ των οποίων 158 έχουν λάβει θετική γνωμοδότηση. «Ανάμεσα σε αυτές τις θεραπείες υπήρχαν 86 αιτήσεις για αντικαρκινικά φάρμακα που αφορούσαν 64 ουσιαστικά προϊόντα και όλα αυτά έχουν αξιολογηθεί μέσα σε τρία χρόνια από εμάς και δεν εκκρεμεί κανένα» τόνισε η κ. Μπακοπούλου.
Στα «αυτοαναφερόμενα από τους ασθενείς αποτελέσματα υγείας που όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιούνται ως βασική πηγή πληροφόρησης για τους επαγγελματίες υγείας» εστίασε στην ομιλία της η Δάφνη Καϊτελίδου, πρόεδρος του Οργανισμού Διασφάλισης της Ποιότητας στην Υγεία (ΟΔΙΠΥ). «Σε αυτή την αναφορά δεν συμμετέχει κάποιος ενδιάμεσος, δηλαδή είναι οι εμπειρίες και τα αποτελέσματα που βιώνει ο ασθενής από τη νόσο αλλά και από τη θεραπεία» εξήγησε η κ. Καϊτελίδου σχετικά με τη σημασία αυτής της καταγραφής, προσθέτοντας ότι «τα οφέλη είναι πολλά» και ότι «είναι ουσιαστικά ένα βασικό εργαλείο για να προχωρήσουμε σε αυτό που ονομάζεται από κοινού λήψη απόφασης». «Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια υπάρχει ένας όγκος δεδομένων» τέτοιων αναφορών και «μια από τις προκλήσεις, ειδικά για την Ελλάδα, είναι ότι αυτές οι μετρήσεις δεν γίνονται συστηματικά και δεν γίνεται καλός διαμοιρασμός των όποιων δεδομένων υπάρχουν προς όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη». Ωστόσο, το ΕΚΠΑ σε συνεργασία με τον ΟΔΙΠΥ συμμετέχουν σε σχετικό πρόγραμμα του ΟΟΣΑ, και, ως εκ τούτου, η κ. Καϊτελίδου μοιράστηκε τα συμπεράσματα που έχουν προκύψει από την πιλοτική φάση του. Στην ερώτηση «υπάρχει ένα σχέδιο φροντίδας που λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες και τις προτιμήσεις σας» το 62% απάντησε «αρνητικά» ή «δεν είμαι σίγουρος», ενώ στην ερώτηση «πώς θα βαθμολογούσατε τον πόνο σας» ασθενείς με καρκίνο σε μια πενταβάθμια κλίμακα βαθμολόγησαν κατά μέσο όρο με 3,6, ενώ οι ασθενείς με χρόνια νοσήματα με 2,1. Η δεύτερη πρόκληση, σύμφωνα με την κ. Καϊτελίδου, μετά την συγκέντρωση των δεδομένων, είναι «πώς αυτά ενσωματώνονται στην καθημερινή κλινική πράξη», σημειώνοντας ότι όχι μόνο η Ελλάδα, αλλά διεθνώς, «δεν είμαστε στη θέση που θα θέλαμε να βρισκόμαστε». «Στην πράξη έχουμε δει ότι και η τεχνολογία, τα ψηφιακά δεδομένα που έχουμε, και η εκπαίδευση των επαγγελματιών υγείας, και οι πόροι που έχουμε, δεν μας δίνουν αυτή τη δυνατότητα» άρα, πρέπει να μπουν σε προτεραιότητα «εργαλεία που υπάρχουν» για να μπορούν οι επαγγελματίες υγείας να προχωρήσουν στην από κοινού απόφαση της θεραπευτικής πορείας με τον ασθενή.
Στη συζήτηση συμμετείχε εκ μέρους του ΕΟΠΥΥ η μη εκτελεστική πρόεδρος του ΕΟΠΥΥ, Νάντια Γκογκοζώτου, η οποία, μεταξύ άλλων, αποσαφήνισε ότι η Επιτροπή Διαπραγμάτευσης του ΕΟΠΥΥ «έχει ως σκοπό την διαπραγμάτευση τιμών για φάρμακα νέα που πρόκειται να ενταχθούν στον κατάλογο αποζημιούμενων φαρμάκων, είτε νέες ενδείξεις, νέες περιεκτικότητες, νέες μορφές των ήδη εγκεκριμένων φαρμάκων», είτε την επαναξιολόγηση και επαναδιαπραγμάτευση προϊόντων των οποίων η δαπάνη έχει ξεφύγει πολύ σε σχέση με την πορεία που είχαν στο παρελθόν. «Ο στόχος αυτής της Επιτροπής είναι να πετύχει την καλύτερη δυνατή τιμή για το κράτος» εξήγησε η κ. Γκογκοζώτου, προσθέτοντας ότι η Ελλάδα «δίνει πρόσβαση σε ασθενείς σε καινοτόμες θεραπείες πάρα πολύ γρήγορα».