Ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε αναφορά σε ανακοίνωσή του στην επαναλειτουργία ως τζαμί της Μονής της Χώρας στην Κωνσταντινούπολη και έριξε πυρά κατά της κυβέρνησης της Τουρκίας.
“Ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ καταδικάζει απερίφραστα την απόφαση των τουρκικών αρχών για την έναρξη λειτουργίας της Μονής της Χώρας ως μουσουλμανικού τεμένους”, ενώ ασκεί κριτική στην ελληνική κυβέρνηση για “χαλαρή και υποχωρητική αντίδραση, κατώτερη των περιστάσεων”, ανέφερε σε ανακοίνωσή του του ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
Και συνέχισε: “Η απολογητική, υποχωρητική, κατώτερη των περιστάσεων αντίδραση/απάντηση του Υπουργείου Εξωτερικών στην νέα πρόκληση Ερντογάν, να μετατρέψει σε τζαμί, μετά από την Αγία Σοφία, τη Μονή της Χώρας, είναι αποκαλυπτική του είδους της εξωτερικής πολιτικής που ασκεί η κυβέρνηση έναντι της Τουρκίας. Λίγες μόλις μέρες πριν από την επίσκεψη του κ. πρωθυπουργού, η χαλαρή αντίδραση του ΥΠΕΞ απέναντι σε αυτή την τουρκική πρόκληση όχι μόνο έναντι της Ελλάδας αλλά έναντι του διεθνούς καθεστώτος των μνημείων παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO, έναντι της διεθνούς κοινότητας, μαρτυρά πολλά για τον πώς εννοεί ο κ. Μητσοτάκης τις … “κόκκινες γραμμές”: ξεθωριασμένες και ευέλικτες έναντι των πάγιων τουρκικών προκλήσεων και επιθετικότητας, στο πλαίσιο της πάγιας υποβάθμισης που εξυπηρετεί το κυβερνητικό αφήγημα περί ‘θετικού κλίματος'”.
Στη συνέχεια ο ΣΥΡΖΑ αναφέρει: “δεν νοείται “θετικό κλίμα στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις σε βάρος των εθνικών συμφερόντων της χώρας μας”.
Γενικεύοντας υποστηρίζει: “Η νέα τουρκική πρόκληση δεν αποτελεί κεραυνό εν αιθρία. Επιβάλλει στην κυβέρνηση να προβεί άμεσα στις απαραίτητες διπλωματικές ενέργειες απέναντι στη νέα αυτή τουρκική πρόκληση και να καταστήσει σαφές στην γείτονα ότι τέτοιες απαράδεκτες ενέργειες επιβαρύνουν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, παραβιάζουν το πνεύμα και το γράμμα της Διακήρυξης των Αθηνών και δημιουργούν επικίνδυνα για την χώρα μας τετελεσμένα”.
Κλείνοντας καλεί την κυβέρνηση “να ασκήσει επιτέλους συγκροτημένη εθνική στρατηγική στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, στο πλαίσιο προτάσεων που έχουμε καταθέσει, αντί να τις διαχειρίζεται με μικροπολιτική, επικοινωνιακή λογική, βάζοντας το κομματικό πάνω από το εθνικό συμφέρον”.